«ΟΧΙ» ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΣΤΗΝ ACTA

«Όχι» του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στην ACTA

Η περιβόητη συμφωνία ACTA αποτελεί πλέον παρελθόν. Η Ολομέλεια του  Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ικανοποιώντας εκατομμύρια πολιτών –κυρίως νέων- καταψήφισε την ACTA με 478 ψήφους κατά, μόλις 39 υπέρ και 165 αποχές. Οι ευρωβουλευτές με την ψηφοφορία τους στο Στρασβούργο ουσιαστικά αγνόησαν τον Επίτροπο Εμπορίου της Ε.Ε, Karel De Gucht, που ως υποστηρικτής της ACTA, είχε καλέσει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να «σεβαστεί το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο και να αναμένει τη γνωμάτευσή του πριν καθορίσει τη δική του θέση για την ACTA».

Οι ευρωβουλευτές απέρριψαν το αίτημα για αναβολή και κρίνοντας ότι η συμφωνία παραβιάζει την ελευθερία διακίνησης των ιδεών και ότι θέτει ένα αυστηρό και ασαφές πλαίσιο στο διαδίκτυο, την καταψήφισαν.

Οι πιέσεις που δέχτηκε η Ευρωβουλή ήταν πολλαπλές, έτσι θεωρείται ότι αυτή η καταψήφιση είναι ιδιαίτερα σημαντική και μάλιστα κινείται και στο πνεύμα της Συνθήκης της Λισαβόνας που αναβαθμίζει σαφώς το ρόλο της μέσα από την αύξηση των αρμοδιοτήτων της.  Το Ευρωκοινοβούλιο έλαβε ένα κείμενο υπογεγραμμένο από 2,5 εκατομμύρια πολίτες από όλο τον κόσμο, που το καλούσε να απορρίψει τη συμφωνία και αξίζει να σημειωθεί ότι κανένα ζήτημα δεν έχει ξεσηκώσει ξανά τόσο πολύ τους πολίτες.  Οι βιομηχανίες από την πλευρά τους υποστήριξαν ότι η συμφωνία δημιουργεί ένα περισσότερο προστατευμένο περιβάλλον για την πνευματική ιδιοκτησία.

Αποκωδικοποιώντας την ACTA

Πολλοί θεωρούσαν τη συμφωνία μέτρο προστασίας των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας άλλοι απειλή για τις ατομικές ελευθερίες και την πρόσβαση στα φθηνότερα «γενόσημα» φάρμακα. Το γεγονός είναι ότι  η ACTA δίχασε. Οι μυστικές συσκέψεις που προηγήθηκαν πολύ πριν ξεκινήσει ο δημόσιος διάλογος για το περιεχόμενό της δημιούργησαν εξαρχής ένα αρνητικό κλίμα για τη συμφωνία, ενώ ευνόησαν την ανάπτυξη της σχετικής παραφιλολογίας.

Η Εμπορική Συμφωνία Κατά της Παραποίησης, ή αλλιώς ACTA, είναι μία διεθνής συνθήκη, η οποία, σύμφωνα με τους εμπνευστές της, θα δίνει τη δυνατότητα στα συμβαλλόμενα μέρη να συνεργάζονται για την αποτελεσματικότερη καταπολέμηση των παραβιάσεων των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας. Η συμφωνία επιδιώκει να εγκαθιδρύσει ένα διεθνές νομικό πλαίσιο για την στοχοποίηση της απομίμησης των αγαθών, των «γενόσημων» φαρμάκων και της παραβίασης πνευματικών δικαιωμάτων στο Διαδίκτυο, δημιουργώντας ένα νέο κυβερνητικό όργανο πέρα από τα ήδη υπάρχοντα fora, όπως είναι ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου ή ο Παγκόσμιος Οργανισμός Διανοητικής Ιδιοκτησίας.

Η ACTA υπογράφηκε την 1η Οκτωβρίου του 2011 από την Αυστραλία, τον Καναδά, την Ιαπωνία, το Μαρόκο, τη Νέα Ζηλανδία, τη Σιγκαπούρη, τη Νότια Κορέα και τις Ηνωμένες Πολιτείες, ενώ στις 26 Ιανουάριου του 2012 η Ευρωπαϊκή Ένωση έδωσε το «πράσινο φως» για  την ACTA στο Τόκιο. Υπενθυμίζεται ότι 22 από τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης συμφώνησαν να υιοθετήσουν την ΑCTA, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα. Δεδομένου, ότι η ACTA περιέχει διατάξεις για την επιβολή του ποινικού δικαίου, το οποίο αποτελεί τομέα συντρέχουσας αρμοδιότητας της Ε.Ε. και των κρατών μελών της, θα πρέπει να υπογραφεί και να κυρωθεί από την Ε.Ε. και από τα 27 κράτη μέλη[1].

Η υπογραφή της συμφωνίας έχαιρε θερμής υποδοχής σε Ιαπωνία, ΗΠΑ και Ε.Ε καθώς χαρακτηρίστηκε ως μεγάλο βήμα για την καταπολέμηση της «πειρατείας». Ειδικότερα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υπoστήριξε ότι η υιοθέτηση της ΑCTA θα συμβάλλει στην αποτελεσματικότερη προστασία των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων και ως εκ τούτου στην διατήρηση των θέσεων εργασίας εντός Ε.Ε.  Σύμφωνα με τις θέσεις της Επιτροπής, η οικονομία της Ε.Ε μπορεί να παραμείνει ανταγωνιστική μόνον εάν στηριχτεί στην καινοτομία, τη δημιουργικότητα, την ποιότητα και την αποκλειστικότητα του σήματος, τα οποία αφενός αποτελούν το συγκριτικό ευρωπαϊκό πλεονέκτημα στην παγκόσμια αγορά και αφετέρου προστατεύονται από δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας.

Στον αντίποδα, όσοι τάχθηκαν κατά της συμφωνίας επέκριναν τη μυστικότητα της διαδικασίας διαπραγματεύσεων, υποστηρίζοντας ότι οι διαβουλεύσεις μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών έγιναν επίτηδες κεκλεισμένων των θυρών και μάλιστα χωρίς την συμμετοχή των περισσότερων αναπτυσσόμενων χωρών. Οι πολέμιοι της ACTA, επέκριναν ακόμα τις εξουσίες που θα αποκτούσαν οι κυβερνήσεις στο όνομα της καταπολέμησης της «πειρατείας».

Πιο συγκεκριμένα, αν και στο τελικό κείμενο της συνθήκης δεν προβλεπόταν ρητά η υποχρέωση παρακολούθησης του περιεχομένου που διακινείται στο Διαδίκτυο από τους ιδιώτες Παροχείς Υπηρεσιών Διαδικτύου (ISPs), η ACTA υποχρεώνει τις χώρες να θεσπίσουν νομοθεσία ώστε οι πάροχοι να αποκαλύπτουν στοιχεία συνδρομητών που φέρονται ότι τέλεσαν παραβιάσεις πνευματικής ιδιοκτησίας στο Διαδίκτυο. Με άλλα λόγια, οι επικριτές της Συμφωνίας θεωρούν ότι η αυξημένη ευθύνη των τρίτων, όπως στοιχειοθετείται στην σχετική διάταξη για την παράβαση της ΑCTA (ΚΕΦ ΙΙ, άρθρο 11), θα αποτελέσει το κίνητρο ώστε να προβούν οι πάροχοι υπηρεσιών του Διαδικτύου στην συστηματική παρακολούθηση των δικτύων τους και στην υιοθέτηση  μέσων για την ταυτοποίηση των υποτιθέμενων παραβατών. Ωστόσο, αρκετοί υποστηρίζουν ότι και στο σημείο αυτό η ACTA δεν κατάφερε να εισάγει νέους κανόνες, δεδομένου ότι στις περιπτώσεις που υπάρχει σύγκρουση μεταξύ αντικρουόμενων θεμελιωδών δικαιωμάτων, εν προκειμένω μεταξύ της προστασίας της πνευματικής ιδιοκτησίας και της προστασίας της ιδιωτικής ζωής, θα εφαρμόζεται η αρχή της αναλογικότητας, όπως ορίζεται και ισχύει κατά την εκδίκαση υποθέσεων από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

Ένας ακόμη προβληματισμός που αναπτύχθηκε σχετικά με την ACTA αφορά στα προβλήματα που θα μπορούσαν να προκύψουν στην κυκλοφορία των «γενόσημων» φαρμάκων (τα οποία είναι πιστά αλλά νόμιμα αντίγραφα φαρμάκων των οποίων έχει εκπνεύσει η ευρεσιτεχνία), καθώς πολλοί υποστήριξαν ότι μετά την εφαρμογή της Συνθήκης οι φτωχότερες χώρες δεν θα μπορούσαν να αγοράζουν εύκολα φθηνά φάρμακα. Απαντώντας στους ισχυρισμούς αυτούς η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, επεσήμανε ότι καμία διάταξη της ACTA δεν είναι δυνατό να επηρεάσει άμεσα ή έμμεσα το νόμιμο εμπόριο «γενόσημων» φαρμάκων. Αντιθέτως, στόχος της ήταν να βάλει φρένο στη διακίνηση των πλαστών φαρμάκων που είναι παράνομα, σε αντίθεση με τα «γενόσημα» που είναι  απολύτως νόμιμα.

Ένα ακόμη σημείο τριβής αναφορικά με τη Συνθήκη έγινε το γεγονός ότι την εποπτεία για την εφαρμογή της ACTA δεν θα αναλάμβανε κάποιο ανεξάρτητο υπερκρατικό όργανο, αλλά η «επιτροπή ACTA», η οποία θα απαρτιζόταν από ειδικούς που θα απήυθηναν συστάσεις και θα εισηγούνταν ακόμα και διατάξεις για την τροποποίηση της συνθήκης (ΚΕΦ V, Άρθρο 36, παρ. 2). Πρόκειται για μια από τις πιο αμφιλεγόμενες διατάξεις του μηχανισμού της ACTA, καθώς δεν προσδιορίζονται οι εγγυήσεις εκείνες που θα επιτρέψουν στο νέο αυτό σώμα να λειτουργεί κατά τρόπο ανοιχτό και διαφανή, παρέχοντας δημόσιο έλεγχο.

Όπως ήταν αναμενόμενο, οι νομικές και όχι μόνο ενστάσεις σχετικά με το περιεχόμενο της ACTA πυροδότησαν πλήθος αντιδράσεων στη διεθνή κοινότητα αλλά κυρίως εντός της Ε.Ε, με αρκετά από τα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου να εκφράζουν ανοιχτά τις ενστάσεις τους. Ο Γάλλος ευρωβουλευτής Kader Arif, εισηγητής της ACTA στο Ευρωκοινοβούλιο, εξέδωσε σχετική ανακοίνωση σε σκληρό ύφος, χαρακτηρίζοντας την όλη διαδικασία αδιαφανή, επισημαίνοντας παράλληλα ότι η συμφωνία είναι προβληματική με δραματικές επιπτώσεις στην ζωή των πολιτών.

Μπροστά στη δυναμική των αντιδράσεων, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναγκάστηκε να παραπέμψει το θέμα στο Ανώτατο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης για να αποφασίσει αν η εμπορική συμφωνία είναι συμβατή με τα θεμελιώδη δικαιώματα της Ένωσης, όπως η ελευθερία της έκφρασης και της πληροφόρησης, και η προστασία των προσωπικών πληροφοριών και της πνευματικής ιδιοκτησίας. Πολλοί μάλιστα, ερμήνευσαν την κίνηση αυτή της Επιτροπής ως απόδειξη των δικών της ερωτηματικών σχετικά με την νομιμότητα  ορισμένων διατάξεων της Σύμβασης. Από την πλευρά του, ο Επίτροπος Εμπορίου της Ε.Ε, Karel De Gucht, υποστηρικτής της ACTA, κάλεσε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να «σεβαστεί το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο και να αναμένει τη γνωμάτευσή του πριν καθορίσει τη δική του θέση για την ACTA», στο πλαίσιο σχετικής ψηφοφορίας που είναι πιθανό να διεξαχθεί προς το τέλος του καλοκαιριού του 2012.

Σχολιάζοντας την παραπομπή της ACTA στο Ανώτατο Δικαστήριο τα λόμπυ που υποστηρίζουν τη Συμφωνία, έκαναν λόγο για οπισθοδρόμηση, καθώς η έκδοση της τελικής απόφασης του Δικαστηρίου μπορεί να πάρει ένα με δύο χρόνια. Από την πλευρά τους, οι βιομηχανίες που υπερασπίζονται μια ισχυρότερη προστασία των πνευματικών δικαιωμάτων υπογράμμισαν ότι σκοπεύουν να χρησιμοποιήσουν το διαθέσιμο χρόνο για να εξηγήσουν στο ευρύ κοινό τι τελικά είναι η ACTA.


[1] «Όταν οι Συνθήκες απονέμουν στην Ένωση συντρέχουσα αρμοδιότητα με τα κράτη μέλη σε συγκεκριμένο τομέα, η Ένωση και τα κράτη μέλη δύνανται να νομοθετούν και να εκδίδουν νομικά δεσμευτικές πράξεις στον τομέα αυτό. Τα κράτη μέλη ασκούν τις αρμοδιότητές τους κατά το μέτρο που η Ένωση δεν έχει ασκήσει τη δική της. Τα κράτη μέλη ασκούν εκ νέου τις αρμοδιότητές τους κατά το μέτρο που η Ένωση αποφάσισε να παύσει να ασκεί τη δική της»( Άρθρο 2:2 της ΣΛΕΕ). Οι τομείς συντρέχουσας αρμοδιότητας ορίζονται στο (Άρθρο 4:2 της ΣΛΕΕ).

Ηλιάννα Γιαννούλη

Φαίη Δουλγκέρη

Ευχαριστούμε το ΑΜΠΕ για την παραχώρηση της φωτογραφίας

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s