της Ηλιάνας Γιαννούλη
Με τον προβοκατόρικο τίτλο «The Real ‘Fake News’ Is The Mainstream Media»[1], ο αρθρογράφος του Forbes, Tom Basile, αναφερόμενος στην κάλυψη της προεκλογικής εκστρατείας της Αμερικής, εξηγεί τους λόγους που το αμερικανικό κοινό «γυρίζει» την πλάτη στα κατεστημένα ΜΜΕ, αντιλαμβανόμενο πως οι ισορροπημένες πολιτικές αναλύσεις μολονότι απόλυτα ευκταίες, δεν είναι εφικτές.
Η έλλειψη εμπιστοσύνης του κοινού προς τα ΜΜΕ αποκτά διεθνώς ολοένα και μεγαλύτερες διαστάσεις, στην περίπτωση όμως της Ελλάδας φαίνεται να ξεπερνά κάθε προηγούμενο, αφού σύμφωνα με τα αποτελέσματα πρόσφατης μελέτης το ελληνικό κοινό φαίνεται να εμπιστεύεται στη συντριπτική του πλειοψηφία το διαδίκτυο και πιο συγκεκριμένα τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ακόμη και για την ενημέρωσή του[2]. Η τάση απομάκρυνσης του ελληνικού κοινού από τα παραδοσιακά ΜΜΕ αντικατοπτρίζεται και στα αποτελέσματα του τελευταίου Ευρωβαρόμετρου που διεξήχθη τον Φεβρουάριο του 2018[3]. Περισσότεροι από τους μισούς Έλληνες (55%) πιστεύουν ότι κάθε μέρα έρχονται αντιμέτωποι με μια είδηση ή πληροφορία που είτε είναι παραπλανητική είτε εντελώς ψευδής, καταγράφοντας το υψηλότερο ποσοστό δυσπιστίας απέναντι στα ΜΜΕ μεταξύ των χωρών της ΕΕ.
Οι Ευρωπαίοι αξιολογούν τα παραδοσιακά ΜΜΕ ως την πλέον αξιόπιστη πηγή ενημέρωσης, με το ραδιόφωνο να συγκεντρώνει το υψηλότερο ποσοστό εμπιστοσύνης (70%), ενώ ακολουθούν η τηλεόραση (66%) και ο Τύπος (63%). Στον αντίποδα, οι Έλληνες εμπιστεύονται για την ενημέρωσή τους το ραδιόφωνο σε ποσοστό 57%, τον Τύπο σε ποσοστό 49% και την ενημέρωση που τους προσφέρει η τηλεόραση κατά 40%. Αξίζει να σημειωθεί ότι το ποσοστό εμπιστοσύνης στην τηλεόραση είναι το χαμηλότερο στην ΕΕ. Οι online εφημερίδες και περιοδικά κερδίζουν την εμπιστοσύνη του ελληνικού κοινού σε ποσοστό 44 %, ενώ 32% των Ελλήνων δηλώνει ότι εμπιστεύεται την πληροφόρηση που λαμβάνει μέσω των social media(o ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι 47% και 26% αντίστοιχα).
Ειδικότερα, όσον αφορά στην ελληνική περίπτωση, αυτή η διάχυτη απόρριψη των παραδοσιακών ΜΜΕ ως έγκυρης μορφής ενημέρωσης από μεγάλη μερίδα του κοινού, εκδηλώνεται ακόμη και με υβριστικά σχόλια προς τους ίδιους τους δημοσιογράφους των πάλαι ποτέ ισχυρών ειδησεογραφικών οργανισμών, ιδιαίτερα ως προς τα «montblanc της ενημέρωσης», όπως έχει επικρατήσει να ονομάζονται οι μεγαλοδημοσιογράφοι-«τηλεαστέρες» που για χρόνια μεσουρανούσαν στα κεντρικά δελτία ειδήσεων των μεγάλων καναλιών. Το ερώτημα βέβαια είναι αν η Ελλάδα αποτελεί μια ξεχωριστή περίπτωση, ένα ιδιόμορφο «case study» ή αν η δυσπιστία απέναντι στα ελληνικά ΜΜΕ έχει τις ρίζες της σε αιτίες που αφορούν όλα τα μιντιακά συστήματα ανεξαιρέτως;
Οι μελετητές εκτιμούν ότι η αξιοπιστία που απολαμβάνουν τα ΜΜΕ από το κοινό είναι συνισταμένη της εμπιστοσύνης του κοινού στο ειδησεογραφικό περιεχόμενο, της εμπιστοσύνης απέναντι σε αυτούς που μεταδίδουν τις ειδήσεις και τέλος της εμπιστοσύνης απέναντι στο ιδιοκτησιακό καθεστώς των ΜΜΕ (Williams, 2012). Υπό αυτό το πρίσμα καθίσταται σαφές ότι η αξιολόγηση της αξιοπιστίας των ΜΜΕ από το κοινό είναι μια περίπλοκη διαδικασία, κατά την οποία το κοινό δεν στηρίζεται μόνο σε αυτό καθαυτό το μεταδιδόμενο περιεχόμενο, αλλά προσμετρά το συνολικότερο περιβάλλον παρουσίασης της προσφερόμενης είδησης (Carr και συν., 2014:3).
Από την πλευρά του ο Μαcek (2017:3), διακρίνει δύο μορφές δυσπιστίας απέναντι στα ΜΜΕ: α) την αντανακλαστική δυσπιστία (reflexive distrust), η οποία πηγάζει από την πεποίθηση ότι τα ΜΜΕ αδυνατούν να εκπληρώσουν την επαγγελματική τους αποστολή, όπως η διασταύρωση και η τεκμηρίωση των γεγονότων μέσω «πηγών», η τήρηση των κανόνων δεοντολογίας και ο σαφής διαχωρισμός σχολίου και γνώμης και β) την θεμελιώδη δυσπιστία (fundamental distrust), η οποία ανθεί στις περιπτώσεις όπου τα ΜΜΕ εκλαμβάνονται ως δυνάμεις αλλοτρίωσης των ισχυουσών απόψεων, ιδεών και πεποιθήσεων (σε αυτή την περίπτωση τα ΜΜΕ δεν «αντιπροσωπεύουν» το κοινό και εκλαμβάνονται ως «εχθρικά» απέναντι στο συλλογικό «εμείς»). Όπως παρατηρεί ο Ηaas (2006:351), η σταδιακή διάβρωση της πολιτισμικής κυριαρχίας των παραδοσιακών ΜΜΕ πρέπει να ιδωθεί τόσο στο πλαίσιο της ανάδυσης νέων εναλλακτικών μορφών στα πρότυπα της συμμετοχικής δημοσιογραφίας, όσο και των μεγάλων σκανδάλων που έπληξαν την αξιοπιστία μεγάλων ειδησεογραφικών οργανισμών τα τελευταία χρόνια, όπως για παράδειγμα η υπόθεση τoυ δημοσιογράφου Jayson Blair στην εφημερίδα Νew York Times[4].
Αποτέλεσμα των παραπάνω είναι η ανάδυση του «σκεπτικισμού»[5] απέναντι στα παραδοσιακά ΜΜΕ, ο οποίος πηγάζει από την αξιολόγηση των προθέσεων των δημοσιογράφων από το κοινό, καθώς το τελευταίο φαίνεται όλο και περισσότερο να βρίσκεται «σε επιφυλακή» για δημοσιογραφικές πρακτικές που ξεφεύγουν από τα επαγγελματικά πρότυπα άσκησης της δημοσιογραφίας. Έρευνες έχουν καταγράψει ότι μια συχνή αιτία ενόχλησης του κοινού είναι η εκ των άνω προσπάθεια ερμηνείας των γεγονότων, υπονοώντας ότι το κοινό είναι ανήμπορο να προβεί στα δικά του συμπεράσματα και να τεκμηριώσει τις δικές του κρίσεις, με αποτέλεσμα η καχύποπτη στάση που οι δημοσιογράφοι διατηρούσαν απέναντι στους κυβερνητικούς αξιωματούχους να είναι πλέον έκδηλη και στην αντιμετώπιση του Τύπου από το κοινό (Jones, 2004:62). Στο ίδιο μήκος κύματος, μελέτες που εστιάζουν στη δομή των ειδήσεων αποδεικνύουν ότι η μονοδιάστατη παρουσίαση ενός θέματος που επικεντρώνεται είτε στα θετικά είτε στα αρνητικά μιας δεδομένης κατάστασης, εκλαμβάνεται ως μεροληπτική, με αποτέλεσμα η γενικότερη αξιοπιστία του μέσου να μειώνεται στα μάτια του κοινού (Fico, Richardson & Edwards , 2009).
Μέσα σε αυτό το κλίμα, οι πολίτες δείχνουν να εμπιστεύονται σε μεγαλύτερο βαθμό ανεξάρτητα επιχειρηματικά εγχειρήματα στο χώρο του διαδικτύου, ακόμη και blogs, μολονότι αναγνωρίζουν ότι δεν λειτουργούν με βάση τις επαγγελματικές νόρμες της δημοσιογραφίας (Kim και Johnson, 2009:298). Η διαδραστικότητα και η συμμετοχικότητα στις οποίες στηρίζονται σε μεγάλα βαθμό αυτές οι ανεξάρτητες μορφές ενημέρωσης αποτελούν το «εχέγγυο» της αξιοπιστίας τους (Bowman και Willis, 2003), ακόμη κι αν το παραγόμενο προϊόν δεν φέρει την σφραγίδα αναγνωρισμένων επαγγελματιών του κλάδου. Είναι ακριβώς αυτή η αντίστροφη διαδικασία παραγωγής των ειδήσεων, από τη «βάση προς τα πάνω», η οποία μοιάζει να νομιμοποιεί τις εναλλακτικές μορφές ενημέρωσης και παράλληλα να αποτελεί την απάντηση απέναντι στο κύμα σκεπτικισμού προς τα κατεστημένα ΜΜΕ και ενάντια σε κάθε μορφή «δημοσιογραφικής αυθεντίας».
Είναι χαρακτηριστικό ότι έρευνες που έχουν επικεντρωθεί στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, φανερώνουν ότι οι χρήστες ενημερώνονται μέσα από το ειδησεογραφικό περιεχόμενο που αναρτούν οι διαδικτυακοί τους «φίλοι» και στο βαθμό που οι τελευταίοι εκλαμβάνονται από τους χρήστες ως καλύτερα ενημερωμένοι ή ειδικοί σε συγκεκριμένα θέματα, αναδεικνύονται σε καθοδηγητές γνώμης εντός της διαδικτυακής κοινότητας. Σε δεύτερο χρόνο, η αξιοπιστία την οποία απολαμβάνουν οι καθοδηγητές γνώμης (opinion leaders) στα social media, «εξαργυρώνεται» από τα ίδια τα μέσα, το περιεχόμενο των οποίων αξιολογείται θετικά από τους χρήστες, οι οποίοι αρχίζουν πλέον να το εντάσσουν στο καθημερινό τελετουργικό της ενημέρωσής τους (Turcotte και συν., 2015:528-529). Ωστόσο, όπως επισημαίνουν οι Tsfati και Αrieli (2014:777), η σχέση ανάμεσα στην αυξανόμενη χρήση των πηγών του διαδικτύου και τη δυσπιστία απέναντι στα ΜΜΕ είναι αρκετά πολύπλοκη, καθώς μπορεί η απαξίωση των παραδοσιακών κατεστημένων ΜΜΕ να οδηγεί το κοινό σε εναλλακτικές μορφές ενημέρωσης, την ίδια στιγμή όμως η έκθεση σε αυτές τις πηγές επιτείνει και αναπαράγει τη δυσπιστία απέναντι στις συμβατικές πηγές ενημέρωσης.
Επιστρέφοντας στα καθ’ ημάς, θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι με βάση το μοντέλο του Μacek, αν την περίοδο πριν την οικονομική κρίση, ο σκεπτικισμός απέναντι στα ΜΜΕ αντανακλούσε περισσότερα τα γνωρίσματα της αντανακλαστικής δυσπιστίας, δηλαδή εδραζόταν στην πεποίθηση ότι τα κυρίαρχα παραδοσιακά ΜΜΕ είχαν σαφείς πολιτικούς προσανατολισμούς και θέσεις, και γενικότερα παρουσίαζαν όλες τις παθογένειες των επικοινωνιακών συστημάτων των χωρών της Νότιας Ευρώπης[6], με την έλευση της οικονομικής κρίσης μεταβαίνουμε σε μια περίοδο θεμελιώδους δυσπιστίας στα παραδοσιακά ΜΜΕ, καθώς για πρώτη φορά αρχίζουν να ακούγονται απόψεις που φέρνουν τα ΜΜΕ αντιμέτωπα με το συλλογικό φαντασιακό.
Ωστόσο, όπως υπογραμμίζουν οι Tsfati και Αrieli «κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου», η σημασία της αξιοπιστίας των ΜΜΕ δεν εξαντλείται σε θέματα κατανάλωσης του μιντιακού περιεχόμενου. Η εμπιστοσύνη του κοινού στα ΜΜΕ συνδέεται άμεσα με την εμπιστοσύνη των πολιτών στη δημοκρατία, καθώς η έλλειψη εμπιστοσύνης προς τα ΜΜΕ μπορεί να έχει καταλυτική επιρροή στη στάση των πολιτών ως προς την πολιτική ζωή γενικότερα (2014:761).
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Bowman, S., & Willis, C. (2003) “We Media: How Audiences are Shaping the Future of News and Information”. Προσβάσιμο στο: http://www.hypergene.net/wemedia/download/we_media.pdf. (Ημερομηνία Πρόσβασης: Μάρτιος, 2018).
Carr, D.J., Barnidge, M., Lee, B.G., & Tsang, S.J. (2014) “Cynics and skeptics: Evaluating the credibility of mainstream and citizen journalism”, Journalism & Mass Communication Quarterly , pp.1-19.
Fico, F., Richardson, J. D. & Edwards, S. M. (2004) “Influence of story structure on perceived story bias and news organization credibility”, Mass Communication and Society, 7 (3), pp. 301-318.
Haas, T. (2006) “Mainstream news media self-criticism: A proposal for future research”, Critical Studies in Media Communication, 23(4), pp. 350–355.
Jones, D. (2004) “Why Americans don’t trust the media: a preliminary analysis”, Press/Politics, 9(2), pp.60–75.
Kim, D., & Johnson, T. J. (2009) “A shift in media credibility. Comparing internet sources and traditional news sources in South Korea”, The International Communication Gazette, 71 (4), pp. 283–302. DOI:10.1177/1748048509102182.
Macek, J. (2017) “Trust in professional and alternative media in the context of societal polarization of the Czech society”. Προσβάσιμο στο: https://www.researchgate.net/publication/316583329_Trust_in_professional_and_alternative_media_in_the_context_of_societal_polarization_of_the_Czech_society. (Ημερομηνία Πρόσβασης: Μάρτιος 2018).
Tsfati, Y., & Ariely, G. (2014) “ Individual and contextual correlates of trust in media across 44 countries”, Communication Research, 41 (6), pp.760–782.
Tsfati, Y. (2003) “Media Skepticism and Climate of Opinion Perception,” International Journal of Public Opinion Research, 15 (1), pp. 65-82.
Turcotte, J., York, C., Irving, J., Scholl, R.M., & Pingree, R.J. (2015) “News recommendations from social media opinion leaders: effect on media trust and information seeking”, Journal of Computer-Mediated Communication, 20, pp.520–535.
William, A. E. (2012) “Trust or Bust?: Questioning the Relationship Between Media Trust and News Attention”, Journal of Broadcasting & Electronic Media, 56 (1), pp.116-131, DOI: 10.1080/08838151.2011.651186
Σημειώσεις
[1] Basile, T. (2016) “The Real ‘Fake News’ Is The Mainstream Media”, Forbes (December 12, 2016). Προσβάσιμο στο https://www.forbes.com/sites/thomasbasile/2016/12/12/the-real-fake-news-is-the-mainstream-media/2/#8d14bbe55ace (Ημερομηνία Πρόσβασης: Μάρτιος 2018).
[2] Newman, N., Fletcher, R., Kalogeropoulos, A., Levy, D.A.L., Nielsen, R.K. (2017) Reuters Institute Digital News Report 2017, Reuters Institute for the Study of Journalism, Oxford. Πρσβάσιμο στο: https://reutersinstitute.politics.ox.ac.uk/sites/default/files/Digital%20News%20Report%202017%20web_0.pdf. (Ημερομηνία Πρόσβασης: Μάρτιος 2018).
[3] European Commission (2018) “Fake News and Disinformation Online”. Προσβάσιμο στο: http://ec.europa.eu/commfrontoffice/publicopinion/index.cfm/survey/getsurveydetail/instruments/flash/surveyky/2183. (Ημερομηνία Πρόσβασης: Μάρτιος 2018).
[4] O δημοσιογράφος Jayson Blair παραιτήθηκε από την εφημερίδα New York Times, όταν συνελήφθη να κατασκευάζει δημοσιογραφικές ιστορίες καθώς και να παρουσιάζει ως δικά του θέματα άλλων δημοσιογράφων. Η απάντηση του ειδησεογραφικού οργανισμού, όπου εργαζόταν ο Blair, αλλά και σύσσωμης της δημοσιογραφικής κοινότητας ήταν να υπενθυμίσει την αξία των βασικών αρχών και κανόνων που διέπουν την άσκηση της δημοσιογραφίας, υπογραμμίζοντας ότι συμπεριφορές που παραβιάζουν τη δημοσιογραφική δεοντολογία, δεν έχουν θέση στο δημοσιογραφικό επάγγελμα. Βλ. αναλυτικά: «CORRECTING THE RECORD; Times Reporter Who Resigned Leaves Long Trail of Deception» στο http://www.nytimes.com. Προσβάσιμο εδώ: https://www.nytimes.com/2003/05/11/us/correcting-the-record-times-reporter-who-resigned-leaves-long-trail-of-deception.html.
[5] Σύμφωνα με τον Tsfati ο σκεπτικισμός απέναντι στα ΜΜΕ ορίζεται ως «ένα υποκειμενικό αίσθημα αποξένωσης και δυσπιστίας προς τα mainstream ΜΜΕ». Όπως εξηγεί ο ίδιος, πρόκειται για την πεποίθηση ότι οι δημοσιογράφοι δεν είναι δίκαιοι ή αντικειμενικοί και ότι συνήθως αποκρύπτουν στοιχεία αναφορικά με τα θέματα που δημοσιεύουν. Με άλλα λόγια, ο όρος αναφέρεται στην υιοθέτηση της άποψης ότι τα κατεστημένα ΜΜΕ θα μπορούσαν να θυσιάσουν την ακρίβεια των γεγονότων για την απόκτηση οικονομικών και προσωπικών κερδών (2003:67).
[6] Βλ. αναλυτικά, Παπαθανασόπουλος, Σ. (2004) Πολιτική και ΜΜΕ: Η περίπτωση της Νότιας Ευρώπης, Αθήνα: Εκδόσεις Καστανιώτης.