Η Διεθνής Ένωση Τηλεπικοινωνιών ( ΙΤU) πάντοτε υπερηφανευόταν πώς είναι μια από τις λειτουργικές οργανώσεις των Ηνωμένων Εθνών. Μηχανικοί, που σχετίζονται με αυτή μιλούν μια παρόμοια γλώσσα ανεξάρτητα από το πού προέρχονται. Ακόμη και κατά τη διάρκεια του ψυχρού πολέμου κατάφεραν να ξεπεράσουν τις διαφορές τους και να διαπραγματευθούν τους Διεθνείς Κανονισμούς Τηλεπικοινωνιών (ΙΤR) σε μια δεσμευτική, παγκόσμια συνθήκη που ακόμη και σήμερα διέπει τις τηλεπικοινωνίες μεταξύ των χωρών.
Ο φιλόσοφος Τόμας Χομπς υποστήριζε ότι η ζωή του ανθρώπου είναι σκληρή και μερικές φορές σύντομη. Ο κόσμος του κυβερνοεγκλήματος, της κυβερνοτρομοκρατίας και του κυβερνοπολέμου είναι πράγματι ένας ανεξέλεγκτος, άγριος και ακυβέρνητος τόπος. Κοντολογίς διεξάγεται ήδη ένας ψηφιακός πόλεμος χαρακωμάτων. Κυβερνήσεις και επιχειρήσεις οχυρώνονται τεχνολογικά απέναντι στους πάσης φύσεως κινδύνους, που καταφέρνουν με επιτυχία να κρύψουν τα ίχνη τους, γεγονός που δείχνει ότι βρισκόμαστε ήδη σε έναν παγκόσμιο κυβερνοπόλεμο.
Όμως το διαδίκτυο, ως κορυφαίο ανθρώπινο πολιτιστικό επίτευγμα φαίνεται να είναι ακόμη πιο διχαστικό στην ψυχροπολεμική ιδεολογία . Η Παγκόσμια Διάσκεψη για τις Διεθνείς Τηλεπικοινωνίες (WCIT) στο Ντουμπάι, όπου η ITU συναντήθηκε με την ITR για να επαναδιαπραγματευθούν τις διεθνείς ρυθμίσεις, κατέληξε σε αποτυχία. Μπορεί μεν η πλειοψηφία των χωρών (89 χώρες από 144) να ενέκριναν τη συνθήκη, όμως υπήρξαν σημαντικές χώρες που δεν την προσυπέγραψαν, όπως η Μεγάλη Βρετανία, η Σουηδία, η Ιαπωνία, οι ΗΠΑ, που ισχυρίστηκαν ότι δεν μπορούν να την υπογράψουν με την τρέχουσα μορφή της κ.ά.
Το κύριο θέμα ήταν σε ποιο βαθμό η λειτουργία του διαδικτύου θα έπρεπε να διέπει τη Συνθήκη. Οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοι τους επιθυμούσαν να μην αναφέρεται σε τόσο μεγάλο βαθμό αυτή η λειτουργία, γιατί φοβήθηκαν πώς η τόσο εκτενής αναφορά σε αυτή θα ενθάρρυνε τις κυβερνήσεις να λογοκρίνουν το διαδίκτυο και να εμπλέκονται στις υποδομές του. Εδώ και αρκετό καιρό επιχειρείται ένας συμβιβασμός ανάμεσα στους 600 συμμετέχοντες με σημείο αναφοράς το διαδίκτυο. Η ITR δεσμεύτηκε να μην κάνει σχεδόν καμιά αναφορά στο διαδίκτυο, ωστόσο η Κίνα, η Ρωσία και πολλές αραβικές χώρες πήραν ένα μη δεσμευτικό ψήφισμα στο διαδίκτυο ,με τον περίεργο τίτλο «Για την προώθηση ενός ευνοϊκού περιβάλλοντος για την ευρύτερη ανάπτυξη του Διαδικτύου».
Ωστόσο η ITR και η συνθήκη πέρασε αρκετές φορές τα επιτρεπόμενα όρια. Ένα τμήμα του σχεδίου συνθήκης αφορά στη ρύθμιση των «spam» δηλαδή των ανεπιθύμητων ηλεκτρονικών μηνυμάτων. Όμως το spam που απαγορεύεται σε μια διεθνή συνθήκη ,οι Αμερικανοί το υποστηρίζουν και για αυτό το λόγο θα απαιτηθεί κάποιος ορισμός του είδους του περιεχομένου που ενδεχομένως θα περιόριζε την ελευθερία της έκφρασης. Η Ρωσία επέμεινε επίσης ότι οι σχετικοί φορείς στη Συνθήκη θα έπρεπε να οριστούν ως «φορείς εκμετάλλευσης»,η οποία θα περιλαμβάνει τους παρόχους υπηρεσιών διαδικτύου ( ISPs) κι άλλες επιχειρήσεις στο ιντερνέτ (H Aμερική θέλει οι φορείς να χαρακτηριστούν ως «αναγνωρισμένες επιχειρήσεις εκμετάλλευσης» κωδικός που χρησιμοποιούνταν για του παλαιού τύπου τηλεπικοινωνιακούς φορείς.) Επιπρόσθετα ,για να διευκολυνθούν οι περίκλειστες χώρες και τα νησιωτικά κράτη ,επιτρέπεται η πρόσβαση στις διεθνείς ίνες οπτικών δικτύων.
Η Αμερική επιθυμεί έλέυθερη πρόσβαση στο διαδίκτυο ,όπως άλλωστε επιβάλλουν και τα συμφέροντά της, γιατί καμιά άλλη χώρα στον κόσμο δεν επωφελήθηκε περισσότερο από αυτό, με δεδομένο ότι το μεγαλύτερο μέρος της υποδομής του διαδικτύου βασίζεται στην αμερικάνικη τεχνολογία. Παράλληλα, οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να αναγνωρίσουν το δικαίωμα για διαδικτυακή αυτοάμυνα ανάλογα με τα μέσα που παρέχει η τεχνολογία και επιτρέπει η δεοντολογία. Οι Αμερικανοί χρησιμοποίησαν το διαδίκτυο ως μοναδικό δυναμικό μηχανισμό , με τη βοήθεια του οποίου επεξεργάστηκαν την ανθρώπινη επικοινωνία σε παγκόσμια εμβέλεια, την πληροφορία ,την οικονομική συναλλαγή, ενώ παράλληλα καθιέρωσε τη διαδικτυακή τηλεόραση και ενημέρωση . Αυτό το γεγονός εξηγεί γιατί οι διαδικτυακές επιχειρήσεις στην Αμερική έχουν αποκομίσει το μεγαλύτερο μέρος των κερδών από τη βιομηχανία του διαδικτύου. Οι προτεινόμενες αλλαγές στη συνθήκη θα μπορούσαν να βοηθήσουν τις ευρωπαικές επιχειρήσεις στις προσπάθειες τους, για να πληρώσουν για τη διοχέτευση της κίνησης τους. Ο άμεσος αντίκτυπος της αποτυχίας του WCIT θα είναι ήσσονος σημασίας. Παρά την αντίθεση των χωρών –μελών της ITU με την αμερικανική πολιτική και τους συμμάχους της υπέγραψαν την συνθήκη με την προσδοκία βελτίωσης. Ένα τέτοιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το θέμα της διαχείρισης του διεθνούς ραδιοφάσματος συχνοτήτων και της ανάπτυξης τεχνικών προτύπων.
Το πιο σημαντικό αποτέλεσμα της προαναφερόμενης συνδιάσκεψης ήταν να αποδείξει ότι ο κόσμος χωρίζεται πλέον σε δύο στρατόπεδα, αναφορικά με το διαδίκτυο: το ένα τμήμα είναι υπέρμαχο του διαδικτύου και το άλλο επιδιώκει μια πιο συστημική δομή του διαδικτύου με στόχο την υπέρβαση της εθνικής κυριαρχίας των χωρών. Εδώ προκύπτει ένας βασικός προβληματισμός: θα εκδηλωθεί μια ψηφιακή εκδοχή του ψυχρού πολέμου;
Όλη αυτή η κατάσταση επιτάχυνε τις ενέργειες της Αναθεώρησης της Πολιτικής Κυβερνοχώρου , που προέβη στην πρόταση κάποιων πρωτοβουλιών απέναντι στους κινδύνους του διαδικτύου ,με το σκεπτικό, ότι η πρόληψη είναι η μόνη μακροπρόθεσμη λύση. Γιατί εκείνο που δεν είναι άμεσα εμφανές είναι ότι το Διαδίκτυο μπορεί να καταστεί Δούρειος Ίππος για την άλωση του ανθρώπινου πολιτισμού .Αυτό το κλίμα σηματοδοτεί τον συναγερμό που έχει σημάνει στο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη , που προωθεί υποτυπώδη σεμινάρια για να ενημερώσει τους γονείς για τους κινδύνους ,τους οποίους αντιμετωπίζουν τα παιδιά τους , ενώ σερφάρουν στο διαδίκτυο, τόσο σε εθνικό όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο, αφού οι ηλεκτρονικές υποδομές επικοινωνιών εξακολουθούν να είναι ευάλωτες στην κυβερνοεγκληματικότητα. Άλλωστε οι τόποι κοινωνικής δικτύωσης προσελκύουν ολοένα και περισσότερο το ενδιαφέρον των κυβερνοεγκληματιών.
Παρά το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση επισημαίνει συνεχώς την αναγκαιότητα λήψης ειδικών μέτρων για την προστασία των ευαίσθητων υποδομών, στη χώρα μας, όπως προκύπτει και από τις πανεπιστημιακές έρευνες («Συντονισμένη εποπτεία και διαχείριση της ασφάλειας και ιδιωτικότητα στον ελλαδικό χώρο», Οκτώβριος 2010), «η συνεργασία των διάφορων φορέων δεν είναι θεσμοθετημένn από τον κανονισμό λειτουργίας τους, n επικοινωνία πραγματοποιείται σε εθελοντική βάση και με ad hoc τρόπο, ενώ δεν υπάρχουν συστηματική, δομημένη συνεργασία και καθορισμένα και σταθερά κανάλια επικοινωνίας». Επίσης, μεταξύ άλλων, τονίζεται ότι «η πολυνομία προκαλεί έλλειψη συντονισμού των ελεγκτικών μηχανισμών μεταξύ των φορέων και αποθαρρύνει την ηλεκτρονική/κινητή διακυβέρνηση και επιχειρηματικότητα στην Ελλάδα».)
Ωστόσο η δραστηριότητα της Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος σχεδόν μονοπωλεί το ενδιαφέρον της επικαιρότητας, με αφορμή διάφορα συμβάντα όπως είναι οι ηλεκτρονικές απάτες, η διακίνηση πορνογραφικού υλικού κ.λπ. Από τη διερεύνηση του θέματος προκύπτει ότι με το αντικείμενο της θωράκισης των ζωτικών υποδομών ασχολούνται πάρα πολλοί άνθρωποι,ανεξάρτητες αρχές και το εθνικό τμήμα του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού για την Ασφάλεια Δικτύων και Πληροφοριών με σκοπό την εσωτερική ασφάλεια των χωρών, των πολιτών και των επιχειρήσεων στον κυβερνοχώρο.
Επιτακτική καθίσταται η ανάγκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση να δημιουργήσει ένα κέντρο για το έγκλημα στον κυβερνοχώρο μέσω του οποίου τα κράτη-μέλη θα έχουν τη δυνατότητα να διενεργούν έρευνες, διεπαφή με ένα δίκτυο κυβερνητικών ομάδων αντιμετώπισης έκτακτων αναγκών στην πληροφορική. Επίσης τα κράτη-μέλη πρέπει να λάβουν μέτρα για να διευκολύνουν την παροχή οδηγιών στους πολίτες σχετικά με τις απειλές στον κυβερνοχώρο. Οι πολίτες πρέπει να μπορούν να προστατεύουν την ιδιωτική τους ζωή στο Διαδίκτυο ,να εντοπίζουν και να καταγγέλλουν την άγρα παιδιών μέσω του διαδίκτυου, να εξοπλίζουν τους υπολογιστές με «αντιικό» λογισμικό και με τείχη προστασίας (firewalls), να διαχειρίζονται τους προσωπικούς κωδικούς τους και να αναγνωρίζουν το ηλεκτρονικό ψάρεμα (phishing).Όλος αυτός ο προβληματισμός για το θέμα του ψηφιακού πολέμου υπάρχει εξαιτίας ενός εφικτού σεναρίου ,που μπορεί να υλοποιηθεί ,αν οι εξελιγμένες τεχνολογίες όπως η πληροφορική περιέλθουν σε κατάσταση σύγχυσης. Για αυτό και το άρθρο 12, που θεσπίστηκε στη Σύνοδο κορυφής της Λισαβόνας ,το ΝΑΤΟ επισημαίνει τα κρίσιμα σημεία προστασίας στις υποδομές ,για την ασφάλεια των μελών του. Ήδη φυσικά η Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ συνεργάζονται για τη διαχείριση κρίσεων ασφάλειας και άμυνας, ώστε με αποφασιστικότητα να αντιμετωπίσουν τέτοιες προκλήσεις στον 21ο αιώνα και να υπερασπιστούν την ιδιωτικότητα και τα πνευματικά δεδομένα στο διαδίκτυο.
Οι εξελίξεις είναι ραγδαίες και τα δεδομένα αλλάζουν με την ταχύτητα ενός κελαηδίσματος στο Τwitter κι ενός post στο Facebook. Ωστόσο αν και υπάρχουν νομοσχέδια , όπως το SOPA (Stop Online Piracy Act:σταματήστε την πειρατεία στο internet) και το PIPA (Protect Intellectual Property Act: Νόμος για την προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας) δεν υλοποιούνται. Βέβαια έχουν διαπιστωθεί κινήσεις, όπως της ACTA (Anti-Counterfeiting Trade Agreement:εμπορική συμφωνία εναντίον της πλαστογραφίας), με τις οποίες οι χρήστες διαμαρτύρονται έντονα για τις περιπτώσεις παραβατικότητας στον ψηφιακό κόσμο. Οι κυβερνοεπιθέσεις ,όπως λέγεται αποτελούν το φαινόμενο της πεταλούδας ,που χτυπά τα φτερά της σε κάποιο σημείο του πλανήτη και δημιουργείται τυφώνας σε κάποιο άλλο με απρόβλεπτες συνέπειες, εξαιτίας της παγκοσμιοποίησης. Φαίνεται ότι οι αναμετρήσεις του μέλλοντος θα είναι πιο αποτελεσματικές από του παρελθόντος ,επειδή ακριβώς είναι απρόσωπες. Άραγε η στρατηγική πολιτική θα μπορέσει να τις αντιμετωπίσει; Μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις θα υπερκεραστεί; Ο χρόνος και η λογική θα υποδείξουν τον τρόπο αντιμετώπισης τους.
Ιουλία Ντάγκα