Τα «lifestyle» περιοδικά στην Ελλάδα στις δεκαετίες 1980 και 1990

της Παναγιώτας Σουμάκη

Από την εποχή εφεύρεσης της τυπογραφίας από τον Ιωάννη Γουτεμβέργιο το 1434 και έκδοσης του πρώτου δείγματος περιοδικού με τίτλο Erbauliche Monaths Unterredungen το 1663 στην Γερμανία, μέχρι και την ψηφιοποίηση των περισσότερων εντύπων με την έλευση του Διαδικτύου, ο Τύπος πέρασε από πολλά στάδια και επηρεάστηκε σχεδόν από όλους τους τομείς της κοινωνίας.

Στην Αμερική των δεκαετιών του 1970 και 1980 παρατηρούμε πρακτικές διαμοιρασμού δωρεάν εφημερίδων και εστίαση στο τοπικό λιανικό εμπόριο μέσω ανάδειξης μικρών αγγελιών με σκοπό την επιβίωση του Τύπου λόγω της κυριαρχίας της τηλεόρασης και του διαδικτύου, ενώ την ίδια στιγμή στον ελλαδικό χώρο ο Τύπος περνάει μια από τις πιο επίπονες περιόδους του, την επταετή δικτατορία (1967-1974), η επιβολής της οποίας είχε ως επακόλουθα την επιβολή λογοκρισίας και τον έλεγχο του καθετί προς δημοσίευση από τις Αρχές (Τυχερός, 2004). Ωστόσο από τα μέσα της δεκαετίας του 1970 ξεκινά μια νέα εποχή, που δημιουργεί το κατάλληλο έδαφος είτε για την αναγέννηση ήδη υπαρχόντων εντύπων είτε για την ανάδυση νέων.

Στην εποχή της βάτας, του περμανάντ, του Pacman, της κασέτας και της αερόβιας γυμναστικής, αλλά και αργότερα των CD και των τηλεοπτικών show, ο Τύπος και ιδιαίτερα τα περιοδικά επανεντάχθηκαν με τον δικό τους τρόπο στην κοινωνία. Μάλιστα η πρώτη πενταετία της δεκαετίας του 1990 κρίνεται ως μια περίοδος κατά την οποία τα περιοδικά που κυκλοφορούσαν τότε παρουσίασαν ένα νέο είδος δημοσιογραφικού λόγου στην Ελλάδα με κύριο χαρακτηριστικό την «ανορθόδοξη γραφή» (Σκλαβούνης, 1996). Μην ξεχνάμε πως ό,τι γράφεται, επηρεάζεται από την επικρατούσα πραγματικότητα, και τότε αυτό που συνέβαινε ήταν πολιτικές αλλαγές που με την σειρά τους οδήγησαν στο να απομυθοποιείται το καθετί.

Το lifestyle στα 80’s  και  90’s

Οι δεκαετίες του 1980 και 1990 αποτέλεσαν, λοιπόν, την περίοδο που άκμασαν τα χαρακτηριζόμενα ως lifestyle περιοδικά, των οποίων η πορεία σε αυτές τις δύο περιόδους αποτελεί το κυρίως θέμα μας. Τι είναι όμως το lifestyle; Σύμφωνα με το λεξικό του Cambridge είναι «ο τρόπος ζωής που έχει επιλέξει κάποιος, τα πράγματα που ένα άτομο ή μια ομάδα ατόμων συνήθως κάνει» (Cambridge.org). Είναι λοιπόν, τα ενδιαφέροντα, οι απόψεις, οι συμπεριφορές και οι προσανατολισμοί συμπεριφοράς ενός ατόμου, μιας ομάδας ή ευρύτερα ενός πολιτισμού. Πιο συγκεκριμένα, στην lifestyle δημοσιογραφία θα μπορούσαμε να προσάψουμε δύο κυρίως λειτουργίες. Αυτή του συμβούλου αναφορικά με ζητήματα καταναλωτικών αγαθών και θέματα διαπροσωπικών σχέσεων, εργασιακού περιβάλλοντος και άλλων σημαντικών αποφάσεων της ζωής (Hollow, 2011), (Hanusch et al, 2017) αλλά και του καθοδηγητή πάνω σε άυλα θέματα και στην λεγόμενη «καλή ζωή» (Kristensen & From, 2012).

Όταν το lifestyle πρωτοεμφανίστηκε στην Ελλάδα στη δεκαετία του 1980, λειτούργησε ως ένα κοινό πεδίο αναφοράς των μιντιακών συζητήσεων που περιστρέφονταν γύρω από την αλλαγή των καταναλωτικών προτύπων στο πλαίσιο ενός περιβάλλοντος εμπορευματοποίησης που εμπλουτιζόταν διαρκώς κυρίως μετά την κυκλοφορία διεθνών franchises (π.χ., Playboy) αλλά και εμπορικών ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών σταθμών. Η κατανάλωση αποτελούσε πλέον το επίκεντρο της κοινωνικής ζωής του Έλληνα εκείνης της εποχής, αλλά και ορόσημο για την ευρωπαϊκή ταυτότητα της Ελλάδας και την εκπροσώπησή της στα μέσα ενημέρωσης (Zestanakis, 2020).

Όλα αυτά λοιπόν, όπως αποτυπώθηκε παραπάνω, εκφράστηκαν και αναδείχθηκαν με ευφάνταστο και δημιουργικό τρόπο μέσα από τα εν λόγω περιοδικά έντυπα. Στην Ελλάδα της τελευταίας εικοσαετίας του 20ου αιώνα, τα περιοδικά που φιλοξενούσαν περιεχόμενο συνδεδεμένο με το lifestyle ήταν τα ονομαζόμενα εφηβικά (π.χ. Σούπερ Κατερίνα), γυναικεία (π.χ. Γυναίκα), τηλεοπτικά (π.χ. Τηλεθεατής), αλλά και αυτά που ταυτίζονταν με το lifestyle και άκμασαν κυρίως στη δεκαετία του 1990, με σημαντικότερους τίτλους τους ΚΛΙΚ, DownTown και Nitro. Σαφώς δεν έλειπαν οι ελληνικές εκδόσεις των διεθνούς εμβέλειας αντίστοιχων περιοδικών (π.χ. Elle, Marie Claire κτλ).

Τηλεθεατής: Μάιος 1989

Για να ερευνηθεί η πορεία των εν λόγω περιοδικών εκείνης της εποχής αλλά και το γενικότερο περιβάλλον στο οποίο έλαβε χώρα αυτή η εξέλιξη, απευθυνθήκαμε σε επαγγελματίες του χώρου που δραστηριοποιηθήκαν στα εν λόγω περιοδικά  και αξιοποιώντας τη μέθοδο των ημιδομημένων συνεντεύξεων και τη χρήση ανοιχτών ερωτήσεων προσπαθήσαμε να σχηματίσουμε μια εικόνα για τα εν λόγω περιοδικά.

Βασικά Ερευνητικά Ερήματα: Η lifestyle δημοσιογραφία

Οι συμμετέχοντες στην έρευνα κατέληξαν σχεδόν ομόφωνα στο ότι η lifestyle δημοσιογραφία τότε ήταν κάτι που αντανακλούσε ποιότητα και κομψότητα: «Τότε υπήρχε πρόταση, άποψη, υπήρχαν πάρα πολύ ωραία κείμενα και πάρα πολύ ωραίος λόγος συνολικά και στο ραδιόφωνο ακόμα», χωρίς ωστόσο να λείπουν και οι υπερβολές τις περισσότερες φορές: «Πάντα θα θέλουμε το παραμύθι, πάντα θα θέλουμε την λάμψη, αλλά τότε είχε βγει και εκτός μέτρου όλο αυτό», υπογράμμισε ένας συνεντευξιαζόμενος.

Αντίθετα στις μέρες μας, δημοσιογράφοι της προσάπτουν την έννοια της προχειρότητας και των παραπλανητικών τίτλων: «Το lifestyle είναι ένα χωνευτήρι όλης της αταλαντοσύνης που υπάρχει σε αυτό τον χώρο», όπως χαρακτηριστικά είπε ένας δημοσιογράφος, σε συνδυασμό με μια διαδικασία εισβολής στην προσωπική ζωή των διασημοτήτων, κάτι που δεν συνέβαινε τόσο αδιάκριτα σε προηγούμενες δεκαετίες. Στη δεκαετία του 1990 «τα έντυπα μπορεί να έκαναν ένα διακριτικό, όχι ακριβώς κουτσομπολιό, αλλά κάποια διακριτική αρθρογραφία σχετικά με την προσωπική ζωή κάποιων διάσημων ανθρώπων που μπορεί να είχε να κάνει όμως με ό,τι άφηναν αυτοί να βγει στη δημοσιότητα.», ενώ στις μέρες μας «όλοι μπορούν να ανεβάσουν βίντεο, φωτογραφίες και ειδήσεις που αφορούν στους διάσημους αφαιρώντας ένα μεγάλο μέρος από την ισχύ της δημοσιογραφίας αυτού του τύπου» αναφέρει ένας συμμετέχοντας υπογραμμίζοντας με αυτόν τον τρόπο την υποβάθμιση του είδους.

Βέβαια αξίζει να σημειωθεί ότι δεν έχουν όλοι την ίδια άποψη σχετικά με την σύνδεση ή όχι της lifestyle δημοσιογραφίας και των διασημοτήτων, στοιχείο που διαφαίνεται από την άποψη δύο συμμετεχόντων στην έρευνα: Ο πρώτος επισημαίνει χαρακτηριστικά «σίγουρα το lifestyle για ‘μένα τουλάχιστον, δεν είναι ποιος φιλήθηκε με ποια, που έφαγε η τάδε με τον άλλο και αν περιμένει κορίτσι ή αγόρι η άλλη..», «Δε θεωρώ lifestyle, τα κίτρινα έντυπα. Ίσα- ίσα που είναι κακόγουστα και φτηνιάρικα και σαν κείμενα και σαν οτιδήποτε. Είναι ένα λάθος που συμβαίνει μόνο στην Ελλάδα, γιατί δεν καταλαβαίνουν οι Έλληνες πώς να χρησιμοποιήσουν την αγγλική λέξη», ενώ ο δεύτερος υπογραμμίζει ότι πρόκειται κυρίως για λάθος μεταφορά/μετάφραση του αγγλικού όρου lifestyle στα Ελληνικά.

Το εργασιακό περιβάλλον και οι προκλήσεις

Η καθημερινότητα εκείνης της εποχής ήταν αρκετά διαφοροποιημένη συγκριτικά με το σήμερα. Η ανεμελιά και η ξεγνοιασιά που χαρακτήριζαν την προσωπική ζωή, μετέφεραν αυτό το αίσθημα και στον εργασιακό τομέα, αποτελώντας την ίδια στιγμή πηγή έμπνευσης για το καθετί που γραφόταν, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ένας συμμετέχοντας: «Υπήρχε κέφι, πολύ ταλέντο, κάναμε σερφ στο κύμα της εποχής. Είχαμε τέτοιο πάθος με τα κείμενα που μπορούσαμε να ψάχνουμε ένα αβανταδόρικο, έξυπνο τίτλο για ώρες»

Ένα στοιχείο που αποδεικνύει το πόσο αφοσιωμένοι ήταν σε ό,τι έγραφαν τότε οι δημοσιογράφοι παραπέμπει στη σημειολογία που εφάρμοζαν:

 «Μιλούσαμε με την γλώσσα της εποχής, μια φρέσκια γλώσσα. Μας άρεσε πάρα πολύ στα κείμενα να κάνουμε σημειολογία, που σημαίνει ότι εξηγούσαμε κατά κάποιον τρόπο στο κοινό τι σημαίνει το καθετί που προτείνουμε ή ακούμε ή μας αρέσει. Οι αναφορές μας είχαν πάντα ένα κοινωνικό πρόσημο. Τη ζούσαμε την ιδέα για την οποία γράφαμε..»

Υπήρχε έρευνα και ενημέρωση μέσω του ξένου Τύπου, όπως φανερώνει το παρακάτω απόσπασμα:

«Εννοείται πως ακολουθούσαμε τον ξένο Τύπο καλύτερα και από τι να σου πω, γιατί δεν υπήρχε το internet έτσι; Τα ευαγγέλιά μας ήταν τα ξένα περιοδικά, οι ξένες εφημερίδες…»,οι συναντήσεις για επιλογή θεμάτων και η εργασία σε ομάδες ήταν από τις πιο συνήθεις πρακτικές στον χώρο, ενώ δεν έλειπαν οι εντάσεις κατά την περίοδο της κυκλοφορίας που φαίνεται από το γεγονός ότι «ερχόταν ο διευθυντής παραγωγής και ούρλιαζε ότι δεν του ‘χουμε παραδώσει τα τυπογραφικά, και ‘μεις ουρλιάζαμε ότι έπρεπε ν’ αλλάξουμε κάτι για να γίνει καλύτερο, πάντα υπήρχε ένα fight ανάμεσα σε ‘μας και την παραγωγή, αλλά πολύ δημιουργικό».  

Οι ελευθερίες ήταν πολλαπλές και εμφανείς τόσο εντός εργασιακού περιβάλλοντος όσο και στο πλαίσιο της προσωπικής ζωής.Αναφορικά με το εργασιακό περιβάλλον είναι χαρακτηριστική η περιγραφή ενός συμμετέχοντα στην έρευνα που αναφέρει εμφαντικά: «Πήγαινες ντυμένος όπως ήθελες και κανένας δεν σου ‘λεγε τι ‘ναι αυτά που φοράς. Ενώ είχα φίλες που δούλευαν σε γραφεία και είχαν dress code». Παράλληλα αναφορικά με την προσωπική ζωή επισημαίνεται ότι «υπήρχε ανοιχτότητα στο σεξ και τις σεξουαλικές επιλογές», κάτι που λειτουργούσε ως κίνητρο για την όλο και μεγαλύτερη προσήλωση στην εργασία, που φαίνεται στην παρακάτω συνθήκη ταύτισης εργασίας και ζωής: «Πηγαίναμε με χαρά, δεν ξεχωρίζαμε τη δουλειά από τη ζωή. Η δουλειά αυτή ήταν η ζωή μας, δηλαδή μακάρι να ζήσετε και εσείς τέτοιες εμπειρίες. Να πηγαίνεις στη δουλειά, χωρίς να νιώθεις ότι δουλεύεις».

Οι ευκολίες κυριαρχούσαν έναντι των δυσκολιών, καθώς ήταν ένας χώρος που ξαφνικά μεγάλωνε, είχε ανάγκη από στελέχωση και υπήρχε πολλή διαφήμιση, στοιχείο που αντικατοπτρίζεται στην τοποθέτηση ενός συνεντευξιαζόμενου: «Αυτοί που μπορούσανε να στελεχώσουν (τον χώρο των ΜΜΕ) ήτανε λιγότεροι από τις ανάγκες που υπήρχανε. Οποιοσδήποτε είχε ένα μικρό ταλέντο έβρισκε δουλειά. Υπήρχαν και πολύ υψηλά στάνταρ αμοιβών, υπήρχε πάρα πολλή διαφήμιση» Το κυριότερο αρνητικό στοιχείο που απασχολούσε περισσότερο τους εργαζόμενους ήταν η είσοδος στον χώρο των ΜΜΕ, καθώς έπρεπε να έχει κάποιος επαφές για να γίνει μέρος του μαγικού αυτού κόσμου, άποψη που εκφράστηκε από δύο συμμετέχοντες ως εξής: «Έπρεπε να ‘χεις κάποια άκρη, να σε φέρει κάποιος. Όλοι αυτοί, τα στελέχη μπορούσαν. Είχαν πρόσβαση, αλλά ο γιος του μπακάλη δεν είχε πρόσβαση».

Ας συνδεθούμε…

Η επικοινωνία που υπήρχε ανάμεσα σε δημοσιογράφους και κοινό τότε ήταν πολυσύνθετη με την έννοια ότι πέραν των γραμμάτων που πολλές φορές δημοσιεύονταν σε ειδική στήλη στο εκάστοτε περιοδικό, αξιοποιούνταν μέσα όπως το τηλέφωνο, το ραδιόφωνο και η τηλεόραση που τους έφερναν σε επαφή, αλλά ακόμα πιο κοντά τους έφερνε η ανταπόκριση που είχαν στην πραγματική ζωή όπως αποδεικνύεται από την παρακάτω τοποθέτηση: «Την επιτυχία την καταλαβαίναμε από τη συζήτηση που προκαλούσε στην κοινωνία και από τις επαφές μας στην καθημερινότητα.». Το περιεχόμενο της ανταπόκρισης τις περισσότερες φορές ήταν θετικό και η καλοπροαίρετη κριτική αξιοποιούταν ως κίνητρο. Ωστόσο δεν έλειπαν οι απειλές που παρόλο τον αρνητισμό τους αποτελούσαν κι αυτές κινητήρια δύναμη. Χαρακτηριστική είναι η αναφορά ενός συνεντευξιαζόμενου που επισημαίνει ότι «Αυτά ήτανε πολύ καλοδεχούμενα. Περισσότερο καλοδεχούμενα, από το τι καλοί που είστε και τέτοια. Γελούσαμε, μας ευχαριστούσε».

Αντίθετα, στη σύγχρονη εποχή τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης (ΜΚΔ) έχουν την πρώτη θέση στους τρόπους επικοινωνίας, κάτι που βέβαια από πολλούς κρίνεται τοξικό σε ορισμένες περιπτώσεις λόγω της ανωνυμίας που διευκολύνει τον καθένα να υποστηρίζει ό,τι θέλει χωρίς να υπολογίσει τις συνέπειες. Το νέο αυτό επικοινωνιακό πλαίσιο το υποστήριξαν αρκετοί συμμετέχοντες: «Μπορεί ο καθένας ν’ αφήσει ένα σχόλιο κάτω από ένα άρθρο μας. Βέβαια η ανωνυμία βοηθάει και στο να γίνεται και λίγο πιο βρώμικο το παιχνίδι».

ΚΛΙΚ: Τεύχος 1

Από το μηδέν στην κορυφή

Ενώ η πορεία του εν λόγω είδους περιοδικών ξεκίνησε με τον πιο αθώο τρόπο στη δεκαετία του 1980, εποχή στην οποία εμφανίζονται για πρώτη φορά τα unisex περιοδικά, τα video clips, το MTV και γενικότερα σημειώνεται άνοδος των τεχνικών μέσων, μέσα σε λίγα μόλις χρόνιά, και συγκεκριμένα από τις αρχές του 1990, ξεκινάει μια νέα περίοδος, η υλιστική περίοδος. Το περιοδικό είναι πλέον το πιο κατάλληλο μέσο για να γίνουν οι καλύτερες διαφημίσεις, να γίνουν γνωστοί οι άγνωστοι και γενικότερα να διαδοθεί το οτιδήποτε, που μάλιστα είχε φτάσει σε σημείο να αποτελεί κίνητρο για να βγει κάποιος απ’ το σπίτι του.

Όπως υπογραμμίζει ένας συνεντευξιαζόμενος αναφορικά με τη συμπεριφορά του κοινού: «Σηκωνόσουν απ’ το σπίτι να πας στο περίπτερο να το πάρεις. Τώρα δεν νομίζω ότι κανένας σηκώνεται απ’ το σπίτι να πάει στο περίπτερο να πάρει κανένα έντυπο». Από τότε όλα επικαλύπτονται από μια δόση ποιότητας, χωρίς όμως να γίνεται πλήρως αντιληπτό, παρά μόνο αργότερα, ότι οι πειραματισμοί αντικαθίστανται με την επίτευξη πλούτου, την ανάδειξη των μπουζουκιών και καθετί που άφηνε το αίσθημα της υπερβολής. Xαρακτηριστικά επί της αλλαγής είναι τα παρακάτω λόγια ενός συμμετέχοντα, που εξηγεί ότι «έλειπαν οι πειραματισμοί και οι διαφορετικές ιδέες. Μπήκανε στη θέση τους θέματα όπως τα μπουζούκια και οι πίστες και μετά οι νέες φάτσες που τις είχαμε όμως ξαναδεί. Δεν είχε την έμπνευση των πρώτων χρόνων».

Κι από την κορυφή, πίσω στο μηδέν

Η λάμψη λοιπόν δεν κράτησε πολύ, καθώς με το πέρας των χρόνων και με την εμφάνιση νέων προβλημάτων, όπως αυτό της οικονομικής κρίσης, δημιουργήθηκε μια νέα κατάσταση στο πλαίσιο της οποίας το αναγνωστικό κοινό αδυνατούσε να ανταπεξέλθει και οι διαφημιστικές επενδύσεις είχαν μειωθεί αισθητά, μια νέα συνθήκη που αντικατοπτρίζεται στα λεγόμενα ενός δημοσιογράφου-συμμετέχοντα στην έρευνα: «Γιατί και ‘μεις οι ίδιοι το απαξιώσαμε. Θα μου πεις γιατί το απαξιώσαμε. Το απαξιώσαμε γιατί δεν υπάρχουν λεφτά.». Αυτή η οικονομική καμπύλη αρχικά και η επέλαση της τεχνολογίας στη συνέχεια, όπως αναφέρει μια συμμετέχουσα, αποτέλεσαν καταλυτικές δυνάμεις της νέας εποχής: «Και εγώ ξαπλώνω και κοιτάω τις ειδήσεις στο κινητό. Δεν μπορείς να το ανταγωνιστείς αυτό. Το κινητό είναι 50 περιοδικά μαζί.», αποτέλεσαν το προοίμιο της τελικής πτώσης των περιοδικών, κάτι για το οποίο συμφωνούν οι περισσότεροι από τους συμμετέχοντες.

Πλέον έχουμε φτάσει σε μια εποχή στην οποία η πλειονότητα των εντύπων έχει μεταφερθεί στο ψηφιακό περιβάλλον, ενώ σε τυπωμένη μορφή βρίσκουμε λίγα, καλαίσθητα, συλλεκτικά έντυπα για τα οποία πολύ πετυχημένα ένας συμμετέχοντας αναφέρει ότι «αυτά τα περιοδικά θα είναι για τη δημοσιογραφία όπως η όπερα για τη μουσική».

Επιβίωσε όμως το lifestyle;

Με βάση τις αφηγήσεις των συνεντευξιαζόμενων καθώς και με τα λιγοστά στοιχεία της σχετικής βιβλιογραφίας που είχαμε στη διάθεσή μας, το lifestyle φαίνεται πως πέρασε από πέντε κύρια στάδια: της ιδέας, της γέννησης, της μίμησης, της εξάπλωσης και της μετενσάρκωσης. Η ιδέα θα μπορούσαμε να πούμε ότι χρονολογείται σε παλαιότερες δεκαετίες, όπως αυτές του 1960 και 1970, όταν κυριαρχούσαν στο πεδίο των ΜΜΕ περιοδικά όπως το Ρομάντσο, ο Θησαυρός και το Ντομινό. Η γέννηση του lifestyle ήρθε με τη γέννηση του ΚΛΙΚ με εμπνευστές τους Άρη Τερζόπουλο και Πέτρο Κωστόπουλο, που ωστόσο τον τίτλο «lifestyle περιοδικό» τον υπηρέτησε από το 4ο τεύχος και έπειτα, όπως ανέφερε χαρακτηριστικά ένας συμμετέχοντας, εξηγώντας ότι «και αυτό κάνει πάταγο και αλλάζει η τύχη του περιοδικού και ξαφνικά εκτινάζεται και αλλάζει και προσανατολισμό σαφώς. Δηλαδή, αρχίζει πια να μετατρέπεται σε lifestyle. Από νέα δημοσιογραφία, γίνεται lifestyle».

Περνώντας στο στάδιο της μίμησης, όπως μας εξιστόρησαν οι συμμετέχοντες στην έρευνα υπήρχαν πολλά έντυπα που άρχισαν να μιμούνται το ΚΛΙΚ. Τα ήδη υπάρχοντα προσπάθησαν να εκμοντερνιστούν, ενώ όσα άρχισαν να εκδίδονται για πρώτη φορά προτίμησαν να υιοθετήσουν τη θεματολογία του ΚΛΙΚ. Μάλιστα στη δεκαετία του 1990 εμφανίζονται τα τηλεπεριοδικά, αφού το lifestyle είχε διεισδύσει και στην τηλεόραση και τα αντίστοιχα έντυπα αποτελούσαν το καλύτερο μέσο ανάδειξης και προβολής του.

Η περίοδος της οικονομικής κρίσης (2008-2012) έφερε μεγάλες αλλαγές σε όλον τον Τύπο, με τα έντυπα περιοδικά να αποσύρονται ένα-ένα από την αγορά, όπως υπογραμμίστηκε στις προηγούμενες υποενότητες. Πριν όμως την ύφεση του Τύπου είναι αξιοσημείωτο ότι τα lifestyle περιοδικά στιγμάτισαν μια ολόκληρη εποχή ευμάρειας, προσπαθώντας να γίνουν ο καθρέφτης μιας «ποιοτικής» για την εποχή κοινωνικότητας, κομίζοντας στο αναγνωστικό κοινό συνήθειες και ήθη με βάση έναν ωραιοποιημένο αλλά ταυτόχρονα εκλαϊκευμένο λόγο. Η πτώση που υπέστη αυτού του είδους η δημοσιογραφία (π.χ. προχειρότητα και αδιάκριτο βλέμμα στις σημερινές δημοσιογραφικές αφηγήσεις) αποδίδεται στις αλλαγές πρόσληψης και κατανάλωσης του δημοσιογραφικού περιεχομένου που επέφερε η ψηφιοποίηση κάνοντας άκρως ενεργητικό το ψηφιακό πλέον και κατακερματισμένο κοινό, το οποίο διεκδικούν αναρίθμητα παραδοσιακά και νέα μέσα ενημέρωσης. Σε ένα επικοινωνιακό πεδίο όπου η αμεσότητα στη δημοσίευση μιας είδησης είναι το πρωτεύον στοιχείο της δημοσιογραφικής εργασίας και όπου κάθε μέλος του κοινού μπορεί να γίνει παραγωγός και καταναλωτής περιεχομένου -ακόμα και για lifestyle θέματα- ο παλιός ρόλος του συντάκτη lifestyle ειδήσεων είναι εύλογο να έχει χάσει την αίγλη του και να έχει υποβαθμιστεί.   

Ωστόσο, μέσα από αυτόν τον «θάνατο», το lifestyle έχει καταφέρει να σωθεί στην ψηφιακή του μορφή και πλέον διατηρείται μέσω κυρίως των Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης αλλά και της τηλεόρασης σε ορισμένες περιπτώσεις (infotainment τηλεοπτικά μαγκαζίνο), όπως δήλωσε μια συμμετέχουσα στην έρευνα: «Εξαντλείται περισσότερο. σε τηλεοπτικές εκπομπές που και ‘κείνες πολύ επιδερμικά ακουμπούν το lifestyle. Η φρεσκάδα τώρα βγαίνει μέσα από το internet, μέσα από blogs, vlogs, podcasts». Το έντυπο, συνεπώς, και η παραδοσιακού τύπου lifestyle δημοσιογραφία μπορεί να είναι σχεδόν εξαφανισμένα, αλλά το lifestyle storytelling είναι ένα είδος που πάντα θα βρίσκει τον τρόπο να επιβιώνει, σύμφωνα μα τα ευρήματα της παρούσας έρευνας.

Βιβλιογραφία

Cambridge.org. (2024). Meaning of lifestyle. Διαθέσιμο στο https://dictionary.cambridge.org/dictionary/english/lifestyle (τελευταία πρόσβαση 20/6/2024).

Hanusch, F., Hanitzsch, T., & Lauerer, C. (2017). How much love are you going to give this brand? Lifestyle journalists on commercial influences in their work, Journalism. 18 (2): 141 – 158. https://doi.org/10.1177/14648849156088

Hollow, M. (2011).  Perfect lives: Lifestyle magazines and utopian impulses in contemporary British society, International Journal of Cultural Studies,15 (1): 17-30. https://doi.org/10.1177/13678779114117

Kristensen, N. N., & From, U. (2012). Lifestyle journalism: Blurring boundaries. Journalism Practice, 6 (1): 26-41. https://doi.org/10.1080/17512786.2011.622898

Σκλαβούνης, Γ. Ν. (1995). Περιοδικός Τύπος. Αθήνα: ΕΛΛΗΝ- Γ. Παρίκος & ΣΙΑ Ε.Ε.

Τυχερός, Ζ. (2004). Τύπος και δημοσιογραφία: Υπό την επίδραση των ηλεκτρονικών Μ.Μ. Ενημέρωσης. Λάρισα:  Περιφερειακές Εκδόσεις Έλλα.

Zestanakis, P. (2020). Online memories of 1980s–2000s lifestyle and consumption politics in Greece during the current economic crisis (2009–2015). Journal of Consumer Culture 2020, 20 (4): 521-542. https://doi.org/10.1177/1469540517745708

Πηγές εικόνων

Τηλεθεατής: https://www.greekcomics.gr/forums/index.php?/topic/38866-%CF%84%CE%B7%CE%BB%CE%B5%CE%B8%CE%B5%CE%B1%CF%84%CE%B7%CF%83/

ΚΛΙΚ: https://www.provocateur.gr/archive/5970/arhs-terzopoylos-anodos-ptwsh-epanodos/