Του Παναγιώτη Σιάνη

Η έλευση και ιδιαίτερα η μαζική εξάπλωσή του διαδικτύου ιδίως μέσα από τα έξυπνα κινητά τηλέφωνα έχει κλονίσει τις τελευταίες δεκαετίες την απόλυτη κυριαρχία των μέσων ενημέρωσης, στην ιεράρχηση της δημόσιας συζήτησης αλλά και της ενημέρωσης (Poulet, 2009: 98-116). Όταν το διαδίκτυο άρχισε να αποσπά αναγνώστες από τα έντυπα ΜΜΕ, οι δημοσιογράφοι σε πρώτη φάση αντιμετώπισαν τον ιστό ως κατώτερο μέσο δημοσίευσης του ειδησεογραφικού περιεχομένου, πιστεύοντας ότι το κοινό με έναν μάλλον νοσταλγικό τρόπο θα επέστρεφε στα παραδοσιακά μέσα. Με την πάροδο του χρόνου, οι δημοσιογράφοι αντιλαμβανόμενοι τη δυναμική του διαδικτύου άρχισαν να αναρτούν περιεχόμενο από τον Τύπο ή την τηλεόραση, χωρίς την απαραίτητη προσαρμογή στις προδιαγραφές του νέου μέσου (Kovach – Ronsestiel, 2014: 145).
Η εκτίναξη της χρήσης των Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης (ΜΚΔ εφεξής) την τελευταία δεκαετία και η ανταλλαγή πάσης φύσης περιεχομένου μεταξύ των χρηστών δημιούργησε ένα εντελώς νέο περιβάλλον στην ενημέρωση και την επικοινωνία, στον ήδη αισθητά αποδομημένο χώρο των έντυπων ΜΜΕ.
Η δημοσιογραφία, ακολουθώντας τις τεχνολογικές εξελίξεις συμμετείχε καίρια στην ανάπτυξη των ΜΚΔ, ως φορείς ενημερωτικού περιεχομένου, αξιοποιώντας στο έπακρο τις νέες μορφές επικοινωνίας και διάδρασης με το μαζικό κοινό. Η δυνατότητα διαμοιρασμού σε παγκόσμιο επίπεδο σε πραγματικό χρόνο ειδησεογραφικού περιεχομένου, με την ταυτόχρονη συλλογή πληροφορίων και πάσης φύσεως ενημερωτικού υλικού (φωτογραφίες, ηχητικά ντοκουμέντα, βίντεο), σηματοδότησε μια κρίσιμη καμπή στη δημοσιογραφία. Την νέα λειτουργία υιοθέτησαν ασμένως τα ΜΜΕ χωρίς να υπολογίζουν τις επιπτώσεις. (Deuze 2011:294).
Η σημαντικότερη επίπτωση είναι η παράκαμψη μεγάλου τμήματος του μιντιακού κοινού, με την αξιοποίηση του άναρχου και συχνά συμπτωματικού τρόπου ενημέρωσης από τα ΜΚΔ. Το παρόν κείμενο στηρίζεται στα στοιχεία της έρευνας που διεξήγαγα στο πλαίσιο της διπλωματικής εργασίας μου.[1] Στόχος της εργασίας ήταν η ανίχνευση των αλλαγών που επέφεραν στις αίθουσες σύνταξης στην Ελλάδα τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης. Επιχειρώντας να διερευνήσουμε το ζήτημα απευθυνθήκαμε σε 16 δημοσιογράφους – διευθυντικά στελέχη σε πανελλήνιας εμβέλειας μέσα ενημέρωσης και δημοσιογράφους με εμπειρία και δράση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. απήχησης, οι οποίοι διευθύνουν ΜΜΕ που απασχολούν, κατά δήλωσή τους, περισσότερους από 700 επαγγελματίες δημοσιογράφους.
Η «ενημέρωση» από τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης
Η κυριαρχία των ΜΚΔ στην καθημερινότητά μας, οφείλεται εν πολλοίς στις δυνατότητες των κινητών τηλεφώνων, τα οποία στοχεύοντας στον ατομικιστικό καταναλωτισμό, καλλιεργούν ένα κατακερματισμένο τοπίο για τα μέσα ενημέρωσης, που χάνουν έδαφος στη γραμμική μαζικότητα της απήχησής τους, όσο οι πολίτες βυθίζονται «στον κόσμο της διαδραστικής μοναξιάς» (Poulet, 2009: 119). Η τεχνολογία αιχμής 5G, αναμένεται να καταστήσει τα κινητά τηλέφωνα, όχι μόνο επικοινωνιακά υπερόπλα, αλλά και κυρίαρχα μέσα παραγωγής και διανομής ενημερωτικού οπτικοακουστικού περιεχομένου. Οι ειδικοί επισημαίνουν ότι πολύ σύντομα στα χέρια όλων θα βρίσκονται συσκευές που θα μπορούν να παράξουν, να μεταφορτώσουν και να προβάλουν βιντεοληπτικό υλικό υψηλής ανάλυσης επηρεάζοντας καθοριστικά τη φύση της δημοσιογραφικής δουλειάς σε παγκόσμια κλίμακα.
Οι άνθρωποι στον νέο ψηφιακό κόσμο «κολυμπούν» σε θολούς ωκεανούς πληροφοριών, όπου τα όρια μεταξύ δημοσιογραφικού και μη δημοσιογραφικού περιεχομένου είναι, ειδικότερα για τους νεότερους, δυσδιάκριτα. Το συνονθύλευμα που εμφανίζεται στα χρονολόγια των λογαριασμών τους στα ΜΚΔ έχει επιπτώσεις στην αντίληψη των χρηστών για το τι σημαίνει δημοσιογραφική ενημέρωση (Redden – Witschge, 2010:184-186).
Ταυτόχρονα οι χρήστες αντιμετωπίζουν με αμηχανία το ερώτημα τι είναι σημαντικό για την ουσιαστική ενημέρωσή τους. Οι αποφάσεις τους είναι συχνά αποτέλεσμα μια αλυσίδας τυχαίων επιλογών (Nortz, 2008:32).
Η στροφή στην ενημέρωση από τα ΜΚΔ δεν κυριάρχησε αιφνιδιαστικά. Είχε προηγηθεί μια σταδιακή αλλά συνεχής αύξηση της πρόσβασης των χρηστών σε δωρεάν δημοσιογραφικό περιεχόμενο μέσω του διαδικτύου. Σημαντικός παράγοντας στη στροφή αυτή αποτέλεσε η διογκούμενη δυσαρέσκεια απέναντι παραδοσιακά μέσα, όπως εξελίχθηκαν τις τελευταίες δεκαετίες του 20ου αιώνα, την εποχή της ιδιωτικοποίησης των ΜΜΕ και του νεοφιλελευθερισμού. Η εμπιστοσύνη κλονίστηκε σοβαρά εκείνη την περίοδο, όπου όλο και πιο συστηματικά η ενημέρωση άλλαξε κοινωνικοπολιτική στόχευση και αναμίχθηκε με εκφάνσεις ψυχαγωγίας με εμπορική σκοπιμότητα) Οι έρευνες των τελευταίων 30 χρόνων, επισημαίνουν οι Kovach – Rosentiel, (2014:14-15 δείχνει «δείχνει ότι το κοινό ουδέποτε παραιτήθηκε από την προσδοκία ότι οι ειδήσεις θα είναι ανεξάρτητες και αξιόπιστες και παράγονται από άτομα που λειτουργούν προς το δημόσιο συμφέρον». Η έλλειψη ουσιαστικής ανίχνευσης της δυσφορίας του κοινού διεύρυνε την απόσταση του από τα παραδοσιακά μέσα.

Ο Jakub Macek (2017:3), σε σχετική μελέτη του αναφέρεται σε δύο μορφές δυσπιστίας απέναντι στα ΜΜΕ:
- Την θεμελιώδη δυσπιστία (fundamental distrust), που ισχύει όταν οι πολίτες αντιμετωπίζουν τα μέσα ως δυνάμεις αλλοτρίωσης ιδεών και πεποιθήσεων, αισθάνονται ότι δεν τους εκπροσωπούν και εκλαμβάνονται ως εχθρικά απέναντι στην κοινωνική αίσθηση των πραγμάτων.
- Την ανταστοχαστική δυσπιστία (reflexive distrust), η οποία είναι πιο σύνθετη κι εστιάζεται στην ουσία του δημοσιογραφικού περιεχομένου, όταν το κοινό κρίνει ότι οι πληροφορίες του μέσου δεν είναι διασταυρωμένες και επαληθευμένες, ή δεν τηρεί τους δεοντολογικούς κανόνες.
Η συστηματική προβολή δωρεάν δημοσιογραφικού περιεχομένου από τα μέσα ενημέρωσης τα πρώτα χρόνια καθιέρωσής των ΜΚΔ, φαίνεται να κάλυψε το χάσμα, δημιουργώντας νέα δεδομένα στον τρόπο ενημέρωσης μεγάλης μερίδας του κοινού. Η τυχαία συνάντηση με την ειδησεογραφία διατάραξε τις καθιερωμένες έννοιες της ενημέρωσης σε δεδομένο χώρο και χρόνο βγάζοντας το δημοσιογραφικό περιεχόμενο από το ειδησεογραφικό πλαίσιο της αρχικής παρουσίασής του μέσα από τα ΜΜΕ, (Arceneaux – Weiss, 2010:1270).
Η δυνατότητα άμεσου σχολιασμού και αναδημοσίευσης μέρους ή όλης της είδησης είναι μια ακόμη πρωτόγνωρη συνθήκη. Στη θέση του αυστηρά προσδιορισμένου ρόλου των δημοσιογράφων στην επεξεργασία και επιλογή των ειδήσεων, αναπτύχθηκε σταδιακά ένα περισσότερο συμμετοχικό περιβάλλον, όπου η δικαιοδοσία, η δυνατότητα παραγωγής ειδήσεων, προβολής και σχολιασμού γεγονότων μοιράζονται μεταξύ των δημοσιογράφων και των χρηστών των ΜΚΔ (Singer – Hermida κ.ά., 2011).
Στις μέρες μας η ειδησεογραφία εκτίθεται όπως ποτέ πριν. Οι δημοσιογράφοι τίθενται πιο ανοιχτά σε αμφισβήτηση απ’ ό,τι συνέβαινε στα παραδοσιακά μέσα. Οι βασικές εμπεδωμένες πεποιθήσεις των δημοσιογράφων για το τι είναι δημοσιογραφία διαφέρει από αυτό που φαντάζονται οι σχολιαστές-χρήστες των ΜΚΔ ότι μπορεί ή πρέπει να είναι. Ωστόσο πάντα η δημοσιογραφία ήταν στο στόχαστρο της δημόσιας κριτικής και συνεπώς θα ήταν λάθος να προσεγγίζουμε τη σύγχρονη πραγματικότητα με βάση «μια χρυσή εποχή» του Τύπου που δεν υπήρξε ποτέ.
Κανείς δεν μπορεί να παραβλέψει πως οι συνθήκες έχουν μεταβληθεί δραματικά και η δημοσιογραφία καλείται να δώσει μια δύσκολη μάχη αν επιθυμεί να υπερασπιστεί τη βασική αρχή της: τη προάσπιση του δημοσίου συμφέροντος και του κοινού καλού (Fenton, 2010: 5-15).
Η στάση των ελληνικών ΜΜΕ απέναντι στα ΜΚΔ
Τα ελληνικά μέσα ενημέρωσης από το 1980 ως το 2000 επεκτάθηκαν χωρίς να επενδύσουν σε ανάλογες υποδομές, παραβλέποντας τις αντοχές μια μικρής, περιφερειακής αγοράς, με αποτέλεσμα με την οικονομική κρίση και την ανάπτυξη του διαδικτύου να υποστούν σοβαρούς κλυδωνισμούς και σε πολλές περιπτώσεις πλήρη οικονομική κατάρρευση. Από το 1990 ως το 2010, περάσαμε από την ενθουσιώδη φάση της υπερανάπτυξης, με την μετοχοποίησή πολλών ειδησεογραφικών οργανισμών και της υπέρμετρης δανειοδότησης, σε μια περίοδο έντονης επισφάλειας ή οικονομικής καταστροφής.
Έρευνες δείχνουν, πως με τις κατευθύνσεις που πρότειναν τα ελληνικά ΜΜΕ για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης, ιδιαίτερα την πρώτη ταραγμένη πενταετία (2010-2015), καταχωρήθηκαν στη συνείδηση της πλειοψηφίας των πολιτών ως «συστημικά», με την έννοια ότι εκπροσωπούν ένα φθαρμένο και διεφθαρμένο πολιτικοοικονομικό σύστημα. Η κατάσταση αυτή σε συνδυασμό με την επιθετική πολιτική των τηλεπικοινωνιακών παρόχων, με τη μείωση των τιμών υπηρεσιών και ηλεκτρονικών συσκευών, έστρεψε ένα μεγάλο τμήμα του κοινού στην ενημέρωση μέσω διαδικτύου και ιδιαίτερα στην πιο αμφιλεγόμενη εκδοχή για την παροχή ενημέρωσης: τα ΜΚΔ (Παπαθανασόπουλος, 2019).
Παρουσιάζοντας τα αποτελέσματα των συνεντεύξεων με 16 διευθυντικά στελέχη ΜΜΕ και έμπειρους δημοσιογράφους να σημειώσουμε ότι όλοι συμφώνησαν ότι η κρίση εμπιστοσύνης του κοινού στα ΜΜΕ στην Ελλάδα ξεκίνησε πολύ πριν την εμφάνιση των ΜΚΔ τονίζοντας ότι δημοσιογραφία μπορεί να αποτελέσει ανάχωμα σε αυτή τη ρήξη αν καταστεί σοβαρή και αξιόπιστη. Έκριναν ακόμη ότι το ποικίλο περιεχόμενο των ΜΚΔ συμβάλλει:
- Στη σύγχυση στο τι είναι δημοσιογραφική ενημέρωση και τι ψυχαγωγία, επικοινωνία, ανθρώπινη διάδραση, προσωπικός σχολιασμός.
- Στη έλλειψη διάκρισης δημόσιου και ιδιωτικού χώρο έκφρασης και διατύπωσης άποψης.
Όλοι δήλωσαν ότι έχουν αίσθηση της ευθύνης της δημοσιογραφίας να επιβάλλει το ενημερωτικό περιεχόμενο και να το περιφρουρήσει απέναντι σε άλλο περιεχόμενο (προσωπικό, διαφημιστικό, εμπορικό) χωρίς όμως να είναι σε θέση να προσδιορίσουν τους τρόπους που μπορεί να προωθηθεί μια τέτοια προσπάθεια.
Στην αποτίμησή τους, τα δημοσιογραφικά στελέχη έκριναν ότι πιο ειδησεογραφικά ΜΚΔ είναι το Facebook και το Twitter.
Αποδέχονται ότι το Twitter, παρά τις παθογένειές του (bots, trolls) και τον ακατάσχετο σχολιασμό, ως φόρμα είναι πιο δημοσιογραφικό Μέσο Κοινωνικής Δικτύωσης. Συμπληρώνουν ότι προσφέρει μια πιο άμεση εικόνα της ατζέντας που κυριαρχεί στο διαδίκτυο και έχει μεγαλύτερη απήχηση σε έκτακτα γεγονότα.
Όσον αφορά στο Facebook σημειώνουν ότι συμβάλει στην προώθηση δημοσιογραφικού περιεχομένου λόγω της ευρύτατης αποδοχής του και παρέχει περισσότερα στοιχεία για την ανεύρεση δημοσιογραφικών θεμάτων ή των εμπλουτισμό της δημοσιογραφικής ύλης από την αξιοποίηση αναρτήσεων πολιτών.
Στην εκτενή συζήτηση για την αποδοχή του YouTube, ιδιαίτερα από τις νεότερες γενιές, επεσήμαναν, ότι η καθιέρωσή του σηματοδοτεί την αλλαγή του τρόπου τηλεθέασης. Οι διευθυντές των ελληνικών ΜΜΕ σημείωσαν ότι επιχειρούν «να αντιληφθούν» τον τρόπο λειτουργίας του, για να προσεγγίσουν τις νέες γενιές της χώρας, ενώ στα κανάλια τους δημιουργούν instant articles προκειμένου να αυξήσουν την παρουσία τους εκεί.
Σχολιάζοντας την επιρροή τους στην προβολή του δημοσιογραφικού περιεχομένου έδειξαν να αμφισβητούν ότι τα ΜΚΔ συμβάλλουν στην αύξηση του κοινού των ΜΜΕ εμμένοντας ότι αυτό που σε διαφοροποιεί στην αγορά είναι η ουσιαστική ενημέρωση. Υπήρξαν όμως και διευθυντές ιστοσελίδων που παραδέχτηκαν ότι τα ΜΚΔ αν αξιοποιηθούν σωστά μπορούν να στείλουν πολίτες στα ΜΜΕ για εμβάθυνση στην ενημέρωση ακόμη κι αν συναντηθούν τυχαία με περιεχόμενο.
Τα διαφημιστικά έσοδα από τα ΜΜΕ στα ΜΚΔ
Κρίσιμο στοιχείο επιβίωσης των μέσων ενημέρωσης είναι τα διαφημιστικά έσοδα, τα οποία κατευθύνονται μαζικά στα ΜΚΔ, όπου οι ειδησεογραφικοί οργανισμοί πρωτοστάτησαν στη διάχυση περιεχομένου. Μια δεκαετία μετά τα ΜΜΕ ανταγωνίζονται με διάφορους πρακτικούς τρόπους και με εντατικότερη χρήση όσο των δυνατών περισσότερων ΜΚΔ για τη διάδοση ειδήσεων, με συνεχή ανανέωση και ανατροφοδότηση αρκετές φορές μέσα στο 24ωρο. Αποτέλεσμα αυτής της στάσης ήταν η μεταφορά ενός σημαντικού ποσοστού διαφημιστικών δαπανών να περάσει από τα ΜΜΕ στα ΜΚΔ (Boczkowski κ.ά. 2018).
Στην Ελλάδα τα διαφημιστικά κονδύλια στο διαδίκτυο τη δεκαετία της οικονομικής κρίσης είχαν αυξητική τάση. Σύμφωνα με στοιχεία της IAB Ελλάδος[2] το 2016 η διαφημιστική επένδυση στο ελληνικό διαδίκτυο σημείωσε ανάπτυξη 12,7%, φτάνοντας τα 77,5 εκατ. ευρώ. Αντίστοιχα στην Ευρώπη, η αύξηση έφτασε στο 12,2%.[3] Οι μεγάλες πλατφόρμες (Google – Facebook) ωστόσο απορρόφησαν ποσοστό πάνω 70%, με αποτέλεσμα το υπόλοιπο να κατανεμηθεί σε 133 ιστοσελίδες.
Οι δημοσιογράφοι που συμμετείχαν στην έρευνα σχολιάζοντας την συνεχιζόμενη αύξηση των διαφημιστικών ροών στο διαδίκτυο (στην πλειοψηφία τους στις μεγάλες αμερικανικές πλατφόρμες), υπερασπίζονται το δημοσιογραφικό περιεχόμενο και θέτουν το ζήτημα ελέγχου της τακτικής απορρόφησης μέσω του περιεχομένου των ΜΜΕ, διαφημιστικών κονδυλίων, των μεγάλων πλατφορμών.
Η Google, επισημαίνουν διευθυντές των ΜΜΕ, αξιοποιεί κατά το δοκούν ειδησεογραφικό περιεχόμενο και επιστρέφει ελάχιστα χρήματα από τη διαφήμιση. Υπογραμμίζουν ακόμη ότι οι διαφημιζόμενοι προτιμούν τα ΜΚΔ και τις μεγάλες πλατφόρμες επειδή διαθέτουν αλγορίθμους διάχυσης περιεχομένου με βάση δημογραφικά κριτήρια, τοπικότητα και προσωπικές προτιμήσεις των χρηστών. Η διαδικασία αυτή υπονομεύει την βιωσιμότητα τοπικών και περιφερειακών ΜΜΕ.
Οι συμμετέχοντες στην έρευνα τονίζουν ότι οι δημόσιες αρχές πρέπει να προστατεύσουν τα πνευματικά δικαιώματα των δημοσιογράφων, θέμα το οποίο έχουν ανακινήσει εσχάτως τα σωματεία τους.
Στο σημείο αυτό κάποιοι δημοσιογράφοι έθεσαν ένα κομβικό σημείο για την πορεία των ελληνικών ΜΜΕ σημειώνοντας ότι απαιτείται μεγαλύτερη προσαρμογή στις σύγχρονες συνθήκες ανταγωνισμού, επενδύσεις σε τεχνολογία και προσλήψεις στελεχών με τεχνογνωσία. Διευθυντές ηλεκτρονικών μέσων σημείωσαν ότι η Ελλάδα πρέπει να επενδύσει σε διαδικτυακή ενημέρωση που επικεντρώνεται σε τοπικά προβλήματα, θεωρώντας ότι η ενίσχυση τοπικών ή εξειδικευμένων ιστοσελίδων μπορεί να αποδώσουν οικονομικά, μια τάση, όπως επισημαίνουν, που παρατηρείται στις ΗΠΑ τα τελευταία χρόνια.
Η διαχείριση των σχολίων

Στην εποχή μας η δημοσιογραφία έχει ενσωματώσει περισσότερα στοιχεία διαλόγου με το κοινό. Οι πολίτες παρακολουθούν τηλεόραση ή ιστοσελίδες, ενώ ταυτόχρονα έχουν πρόσβαση σε ΜΚΔ και τη δυνατότητα να αντιδρούν σχολιαστικά ακαριαία σε κάθε ερέθισμά τους. Η πίεση αυτή, λένε οι ερευνητές, μπορεί να είναι πιο άμεση και συχνά έντονη για την αίθουσα σύνταξης, βοηθά όμως τους δημοσιογράφους να αποκτήσουν ρεαλιστική αίσθηση για τις αντιδράσεις σχετικά με ένα γεγονός σε εξέλιξη ή τον τρόπο κάλυψης του. (Gloviczki (2015:9-10)
Η αντιμετώπιση των σχολίων των χρηστών αποτελεί θέμα που απασχόλησε τα διεθνή ΜΜΕ από την πρώτη φάση εξάπλωσης των ΜΚΔ. Οι Kramp – Loosen (2017) σε έρευνα μεταξύ των δημοσιογράφων της Γερμανίας, επισημαίνουν ότι το 48% των ερωτηθέντων, προσδιόρισαν τον «υπεύθυνο κοινότητας» (community manager- υπεύθυνο σχολίων και διάδρασης με τους χρήστες) ως νέα θέση εργασίας στη δημοσιογραφία. Ακόμη υψηλότερο ήταν το ποσοστό όσων συμφώνησαν εκείνη την περίοδο, ότι στο μέλλον θα αυξηθεί η ζήτηση για δημοσιογράφους ως «συντονιστές» (66,1%) της επαφής με τους χρήστες, ή «επιμελητές» (social media editors) (55,9%) και «bloggers / σχολιαστές» (56,7%).
Υπάρχουν επίσης μελετητές, οι οποίοι αντιτίθενται στον ανοιχτό σχολιασμό στα ψηφιακά ΜΜΕ, τονίζοντας ότι σχολιασμός δεν φαίνεται να οδηγεί τη δημοσιογραφία σε νέα ύψη, καθώς εκτός του νηφάλιου κοινωνικού ελέγχου, της συμβολής στο δημόσιο διάλογο, παρατηρούνται συχνά στερεοτυπικά και βιτριολικά σχόλια, ενώ η επιδερμική επανάληψη δημοσιογραφικών απόψεων αποτελούν τον κανόνα. Συχνά, τονίζεται, απουσιάζει η επιχειρηματολογία και προτάσσεται η διάθεση αυτοπροβολής του σχολιαστή ή σαρκασμός και ύβρεις με βάση την ανωνυμία, ενώ προωθούνται λαϊκίστικές αντιλήψεις χωρίς επαλήθευση, λογοδοσία και ακρίβεια στα επιχειρήματα που διατυπώνονται (Fenton, 2010:10).
Οι δημοσιογράφοι που συμμετείχαν στην έρευνα ρωτήθηκαν αν επιτρέπουν σχολιασμό στις ιστοσελίδες τους και τον τρόπο που χειρίζονται τα σχόλια στους λογαριασμούς των μέσων τους στα ΜΚΔ, αν αντιδρούν αναλόγως με τις διαθέσεις των χρηστών και αν υπάρχει συγκεκριμένος συντάκτης που επιμελείται τα σχόλια (moderator). Οι διευθυντές 9 μεγάλων ΜΜΕ τόνισαν ότι έχουν ανοιχτά τα σχόλιά τους, ενώ 3 δεν επιτρέπουν καθόλου σχόλια. Στο σύνολό τους υπογράμμισαν τις δυσκολίες του τεχνικού ελέγχου υβριστικών μηνυμάτων μέσω τεχνητής νοημοσύνης (bots) εξαιτίας κυρίως του πλούτου της ελληνικής γλώσσας, σημειώνοντας ότι τα σχόλια παρακολουθούνται από τις βάρδιες στις αίθουσες σύνταξης, με στόχο να απομονωθούν σχόλια που εγείρουν ποινικές κυρώσεις για τη «φιλοξενία» τους από τα ΜΜΕ.
Διευθυντές ΜΜΕ συμφώνησαν ότι η φιλοξενία σχολίων δημιουργεί δέσμευση με το κοινό και αναβαθμίζει τον δημοκρατικό διάλογο, συμπληρώνοντας ωστόσο ότι ο moderator (χειριστής σχολίων) παρότι αποτελεί μια ξεχωριστή ειδικότητα, για το ελληνικό μιντιακό τοπίο δεν έχει υιοθετηθεί λόγω κόστους.
Η συμμετοχική δημοσιογραφία

Διεθνώς την τελευταία δεκαετία έγινε μεγάλη συζήτηση για τη συμβολή των πολιτών στο δημοσιογραφικό περιεχόμενο, ιδιαίτερα με τις δυνατότητες που δίνει η τεχνολογία για άμεση ανάρτηση περιεχομένου (βίντεο, φωτογραφικών, ηχητικών αποσπασμάτων ή κειμένων) σε περιπτώσεις έκτακτων γεγονότων.
Ο Bruno (2011), υπογραμμίζοντας τις αλλαγές που επιφέρει η δράση των πολιτών στα ΜΚΔ στη δημοσιογραφία, αναφέρεται στον όρο «επίδραση του Twitter» για να προσδιορίσει τη δυνατότητα κάλυψης ενός γεγονότος από την αίθουσα σύνταξης αξιοποιώντας τις αναρτήσεις όσων πολιτών παραβρίσκονται σε ένα σημαντικό γεγονός.
Ως τάση ο πολλαπλασιασμός συμμετοχικού περιεχομένου στις ιστοσελίδες ειδήσεων παγκοσμίως, οφείλεται κυρίως σε ανταγωνιστικούς λόγους των ειδησεογραφικών οργανισμών προκειμένου να αυξήσουν την κυκλοφορία τους στο διαδίκτυο και την περαιτέρω σύσφιξη τους με το κοινό, δείχνοντας συχνά άκριτη, εμπιστοσύνη στο υλικό των πολιτών. Οι αίθουσες σύνταξης αντιμετώπισαν τη συμμετοχική δημοσιογραφία ως επέκταση του δικού τους ρεπορτάζ. Πολύ λίγες μελέτες έχουν βρει στοιχεία που υποδηλώνουν ότι οι δημοσιογράφοι – πολίτες καθίστανται δημιουργοί ή συν-δημιουργοί του αρχικού περιεχομένου ειδήσεων. Καταλήγουν έτσι στο συμπέρασμα ότι η συμμετοχική δημοσιογραφία δεν πρόκειται να αντικαταστήσει, αλλά να συμπληρώσει στο άμεσο μέλλον την παραδοσιακή λειτουργία της δημοσιογραφίας (Hellmueller – Li, 2014).
Τα διευθυντικά στελέχη που συμμετείχαν στην έρευνα επιβεβαίωσαν τη διεθνή τάση, τονίζοντας ότι συχνά οι πολίτες εμπλουτίζουν το δημοσιογραφικό περιεχόμενο με πληροφορίες, αλλά δεν μπορούν να υποκαταστήσουν τους δημοσιογράφους. Υπογράμμισαν επίσης ότι μετά από πολλά περιστατικά παραπλάνησης και δημοσίευσης ψεύτικων στοιχείων, την περασμένη δεκαετία, τα ΜΜΕ οφείλουν να εξετάζουν σχολαστικά την πιστότητα βίντεο, εικόνων και ήχου που λαμβάνουν από πολίτες. Συμπλήρωσαν ακόμη ότι μια καθημερινή διαδικασία επιμέλειας υλικού από τους πολίτες απαιτεί πόρους που είναι δύσκολα να δαπανήσει ελληνικό ΜΜΕ λόγω εμπορικής εμβέλειας.
Οι διευθυντές ηλεκτρονικών ιστοσελίδων και ραδιοφωνικών σταθμών σημείωσαν ότι τα ΜΜΕ που δίνουν βήμα στους πολίτες να συμμετέχουν στη διαμόρφωση του υλικού συσφίγγουν τους δεσμούς τους με το μεγάλο κοινό. Αναφέρθηκαν ακόμη σε πολίτες που «δημοσιογραφούν» σε επίπεδο blogging από ιστοσελίδες που έχουν τέτοιες εφαρμογές.
Η ταχύτητα στην ενημέρωση και το άγχος της επαλήθευσης
Είναι τέτοια η ταχύτητα και η ποικιλομορφία των ψηφιακών μέσων ενημέρωσης, όπου ένας μέσος χρήστης του διαδικτύου δεν προλαβαίνει μέσα στην ημέρα να αντιμετωπίσει τον όγκο των ειδήσεων. Η ταχύτητα λόγω ενός αδυσώπητου ανταγωνισμού στην ψηφιακή σφαίρα υποκρύπτει τον κίνδυνο της παραπληροφόρησης ακριβώς λόγω της πίεσης για άμεση δημοσίευση, (Kovach – Rosenstiel, 2014:143-145).
Στην έκθεση του Reuters Digital News Report 2018, (Ryan Peter: 2019) επισημαίνεται, ότι το ζήτημα της αξιοπιστίας του περιεχομένου στα ΜΚΔ και γενικά στο διαδίκτυο αρχίζει να απασχολεί σοβαρά τους χρήστες. Η διαπίστωση της τάσης υποχώρησης στην κατανομή περιεχομένου στα ΜΚΔ και στους συναθροιστές (aggregators) ειδήσεων και η παράλληλη αύξηση των συνδρομών σε έγκυρα, σοβαρά και αξιόπιστα ΜΜΕ δημιουργεί πολλές συζητήσεις. Οι μεγάλες πλατφόρμες τεχνολογίας, όπως επισημαίνεται στην ίδια έκθεση, επιχειρούν να αφουγκραστούν αυτές τις ανησυχίες των χρηστών ενσωματώνοντας στους αλγόριθμους έννοιες όπως η αξιοπιστία, η εμπιστοσύνη και η ποιότητα στο περιεχόμενο.
Σε έρευνα τους για τα ΜΜΕ στη Νότια Κορέα οι Choi – Kim (2016) σημειώνουν ότι αξιοπιστία των ειδησεογραφικών οργανισμών αποτελεί ζήτημα καίριας σημασίας για την ίδια την ύπαρξη της δημοσιογραφίας καθώς οι πολίτες συχνά αποστρέφουν την προσοχή τους από ΜΜΕ που θεωρούνται αναξιόπιστα, όπως έχει επισημανθεί σε σειρά ερευνών την τελευταία 15ετία.
Το ερώτημα όμως είναι αν το ψηφιακό οικοσύστημα αμβλύνει την κριτική ικανότητα των χρηστών για το περιεχόμενο που καταναλώνει, δημιουργώντας γενιές «ενημερωτικά αναλφάβητων». Σε δημογραφικές μελέτες, σημειώνεται ότι βασικός δρόμος χρήσης των ΜΚΔ από τις νεότερες γενιές είναι η επικοινωνία και η ψυχαγωγία. Αυτός είναι και ο σημαντικότερος λόγος, σύμφωνα με τους ερευνητές για τον οποίο σπάνια αναζητούν την επαλήθευση και την αξιοπιστία σε όσες αναρτήσεις συναντούν στο χρονολόγιο τους ή τους προτείνουν οι μηχανικοί αλγόριθμοι. Αντίθετα οι παλιότερες γενιές που έχουν εξοικειωθεί με την αναζήτηση πληροφοριών στα παραδοσιακά ΜΜΕ είναι πιο αφυπνισμένοι απέναντι στις αναρτήσεις που συναντούν στο διαδίκτυο γενικότερα. (Johnson – Kaye, 2014)
Σχολιάζοντας τη διαπάλη μεταξύ ταχύτητας και επαλήθευσης στο διαδίκτυο οι δημοσιογράφοι που συμμετείχαν στην έρευνα επισήμαναν ότι η πρωτιά στη δημοσιοποίηση μπορεί να δίδει παροδικά ώθηση στα ΜΜΕ, συμπληρώνοντας ότι η εγκυρότητα δεσμεύει το κοινό. Μετά από απανωτά λάθη στο πλαίσιο του ανταγωνισμού τα τελευταία χρόνια, οι εκπρόσωποι ελληνικών ΜΜΕ σχεδόν ομόφωνα, δήλωσαν ότι εστιάζουν στην επαλήθευση των πληροφοριών που καταφτάνουν στις αίθουσες σύνταξης.
Ωστόσο κάποιοι δημοσιογράφοι παρατήρησαν ότι η πίεση στους συντάκτες του διαδικτύου να είναι γρήγοροι και με ελκυστικό προϊόν που θα καταστεί δημοφιλές (viral), αλιεύοντας αναρτήσεις από τα ΜΚΔ είναι έντονη και για αυτό παρατηρούνται λάθη και υιοθέτηση παραπλανητικών ή ψευδών ειδήσεων ή αναντίστοιχων με το θέμα τίτλων (click bait).
Οι εκπρόσωποι των παραδοσιακών ΜΜΕ προασπίστηκαν την εγκυρότητα, γνωρίζοντας ότι ο ανταγωνισμός με το διαδίκτυο είναι χαμένη μάχη, ενώ αρκετοί υπογράμμισαν ότι τα ΜΚΔ βρίθουν ψευδών ειδήσεων, ανακριβειών και παραπλανητικών αναρτήσεων, τονίζοντας την ανάγκη δημοσιογραφικής διερεύνησης. Συμφώνησαν ακόμη στην διαπίστωση ότι οι δημοσιογράφοι πρέπει να μπορούν γρήγορα να επαληθεύουν και να αξιολογούν την εγκυρότητα μιας είδησης αλλιώς δεν είναι εύκολο να σταθούν στα ηλεκτρονικά κυρίως ΜΜΕ. Και πρόσθεσαν ότι πρέπει να είναι ενήμεροι για όλα τα ψηφιακά εργαλεία επαλήθευσης, όχι μόνο κειμένων, αλλά και βιντεοληπτικού και φωτογραφικού υλικού.
Η ενημέρωση μέσα στις κλειστές ομάδες
Ο Hermida, σε έρευνα του το 2011 διαπίστωσε ότι η ευκολία διαμοιρασμού δημοσιογραφικού περιεχομένου ήταν σημαντικό στοιχείο για σχεδόν δύο στους τρεις χρήστες των ΜΚΔ. Από την άλλη πλευρά ο διαμοιρασμός δημοσιογραφικού περιεχομένου μέσω συστάσεων καθιστά τους χρήστες ιδιότυπους αρχισυντάκτες, αφού αποδυναμώνει τις παραδοσιακά ιεραρχημένες σχέσεις μεταξύ αναγνωστών και ΜΜΕ.
Στις διεθνείς έρευνες επισημαίνεται ότι το φαινόμενο “echo chamber” (θάλαμος αντήχησης) [4] ευνοείται ιδιαίτερα στο διαδίκτυο και κυρίως στις κλειστές ομάδες φίλων στα ΜΚΔ με συναφείς κοινωνικοπολιτικές αντιλήψεις. Ο Hosanagar (2016), σε έρευνά του διαπίστωσε ότι συχνά η διάδοση περιεχομένου από ανάρτηση σε ανάρτηση μπορεί να παραμορφώσει την ουσία του. Η τάση των χρηστών να μεταφέρουν στα ΜΚΔ δημοσιογραφικό περιεχόμενο, με τη δική τους εκδοχή ή αντίληψη στους φίλους τους, χωρίς συχνά υπερσύνδεσμο της πηγής ή ολόκληρη τη δημοσίευση δημιουργεί μια ουσιαστική διαφοροποίηση στην διάχυση ειδήσεων. Από ένα ψηφιακό ΜΜΕ, αναφέρει ο Hosanagar, θα παραχθεί μια είδηση, η οποία θα επαναληφθεί χιλιάδες φορές στα ΜΚΔ από ανθρώπους που συμφωνούν με το περιεχόμενό της, συχνά όμως σε μια παραποιημένη ή υπερβολικά διατυπωμένη εκδοχή της, προσαρμοσμένη στις απόψεις όσων την διαχέουν, μέχρις ότου η ακραία εκδοχή της είδησης κυριαρχήσει ως αληθινή.
Η εικόνα διαμορφώνεται και από την ίδια τη λειτουργία των ΜΚΔ αφού τα ενδιαφέροντα και οι προηγούμενες προτιμήσεις των χρηστών χρησιμοποιούνται από τους αλγόριθμους για να προσφέρουν συναφές περιεχόμενο, δημιουργώντας το λεγόμενο filter bubble (φυσαλίδα διήθησης) (Pariser, 2011).
Το αποτέλεσμα είναι η δημιουργία σκληροπυρηνικών ομάδων με μικρό βαθμό ανοχής σε διαφορετικές απόψεις. Η διαδικασία αυτή, η οποία εμφορείται από καθαρά εμπορευματικά κίνητρα έχει οδηγήσει στην πόλωση του δημόσιου διαλόγου όχι μόνο σε θέματα πολιτικής, αλλά και τρόπου ζωής γενικότερα. Τα ΜΚΔ καθίστανται ένα προσοδοφόρο έδαφος για την ανάπτυξη των πιο ακραίων επιχειρημάτων (Alvares -Dahlgren, 2016).
Οι συμμετέχοντες δημοσιογράφοι διχάστηκαν στο ερώτημα για το αν η ενημέρωση από τα ΜΚΔ διαπερνά τις κλειστές κοινότητες φίλων, αν οι πολίτες έχουν τελικά πρόσβαση στην ειδησεογραφική ποικιλία και στην προβολή της αντίθετης άποψης, όπως παρέχεται από τα παραδοσιακά ΜΜΕ. Παρότι στην πλειοψηφία τους συμφώνησαν ότι οι «φυσαλίδες διήθησης» είναι υπαρκτές, πέντε διευθυντές σημείωσαν ότι πάντα υπήρχαν άνθρωποι που διαβιούσαν εκτός της τρέχουσας ειδησεογραφίας, τονίζοντας ότι τα μεγάλα θέματα τελικά κατορθώνουν να φτάσουν σε όλους τους αποδέκτες. Οκτώ δημοσιογράφοι παρατήρησαν ότι το μείζον πρόβλημα δεν είναι τόσο οι κλειστές ομάδες χρηστών που αποκλείουν την πλουραλιστική ενημέρωση, όσο ότι στα ΜΚΔ οι ειδήσεις καλύπτονται από τον σχολιασμό. Στο σημείο αυτό πολλοί σημείωσαν ότι τα ΜΚΔ μπορεί να αποτελούν χώρο ενημέρωσης και ελευθερίας έκφρασης αλλά δεν αποτελούν πεδίο ουσιαστικής ενημέρωσης και δεν είναι μέσα ενημέρωσης.
Η αξιοποίηση υλικού από τα ΜΚΔ

Έχει παρατηρηθεί διεθνώς πως θέματα που προέρχονται από τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης έχουν μεγαλύτερη ανταπόκριση απ’ ότι θέματα από τις παραδοσιακές πηγές ενημέρωσης. Οι Welbers – Opgenghafen (2018:45-62) τονίζουν ότι οι δημοσιογράφοι στις Κάτω Χώρες, λαμβάνουν σοβαρά υπόψιν τους τις αναρτήσεις στα ΜΚΔ. Οι συντάκτες, που συμμετείχαν στη σχετική έρευνα, συμφώνησαν πως είναι ιδιαίτερα επιτυχείς οι ιστορίες που ανασύρονται ή προβάλλεται στα ΜΚΔ, κυρίως όσες προκαλούν συγκίνηση ή προβάλλουν θετικές αξίες.
Το ζήτημα της αξιοποίησης υλικού από τα ΜΚΔ είναι κομβικής σημασίας στην Ελλάδα, όπου υπάρχει η αίσθηση ότι συχνά αντιγράφονται η αξιοποιούνται αναρτήσεις με συστηματικό τρόπο και συχνά ανεπεξέργαστες. Οι δημοσιογράφοιπου συμμετείχαν στην έρευνα, συμφώνησαν ότι σε γενικές γραμμές στα ελληνικά ΜΜΕ έχει παρατηρηθεί ότι ένα θέμα που προκύπτει από τα ΜΚΔ έχει μεγαλύτερο διαμοιρασμό και απήχηση στα μέσα τους. Συμπλήρωσαν πως καταγγελίες και προσωπικές επιθέσεις ή δημόσιες αντιπαραθέσεις μέσα από τα ΜΚΔ, προσωπικές μαρτυρίες για μείζονα γεγονότα, εθελοντικές πρωτοβουλίες και ακτιβιστική δράση είναι ζητήματα που αξιοποιούνται εντατικά από τα ελληνικά ΜΜΕ. Τόνισαν ωστόσο ότι στη δημοτικότητά των θεμάτων συμβάλλει η δημοσιογραφική αξιολόγηση, επιμέλεια και πλαισίωση με άλλες πληροφορίες.Οι διευθυντές ψηφιακών μέσων τόνισαν ότι κρίσιμος παράγοντας επιτυχίας είναι η ευαισθητοποίηση που έχει προέλθει από τις αρχικές αναρτήσεις, ώστε να ανταποκριθούν οι καταναλωτές ειδήσεων στην δημοσιογραφική συνέχεια ή επεξεργασία ενός θέματος.
Ο ανταγωνισμός των ελληνικών ΜΜΕ στα ΜΚΔ
Μια από τις βασικές συμβουλές των ειδικών για την επιτυχή παρουσία των μέσων στα ΜΚΔ, είναι η παρακολούθηση των κινήσεων των ανταγωνιστών, ο εντοπισμός λαθών, κενών και παραλήψεων που βοηθούν τους ειδησεογραφικούς οργανισμούς να αποφεύγουν παγίδες και να αναπροσαρμόζουν τις στρατηγικές μάρκετινγκ (Clement, 2017).
Με μια γρήγορη ματιά στις πιο δημοφιλείς ειδησεογραφικές ελληνικές ιστοσελίδες μπορεί να διακρίνει κανείς ότι η ειδησεογραφία κινείται πάνω κάτω στο ίδιο περιεχόμενο με σχεδόν αντίστοιχη ιεράρχηση, δείχνοντας ότι ο ανταγωνισμός τουλάχιστον στο ζήτημα της καταγραφής των ειδήσεων είναι συστηματικός, ενώ σχεδόν πανομοιότυπη είναι και η στρατηγική προώθησής του στα ΜΚΔ. Οι συμμετέχοντες δημοσιογράφοι στην έρευνα ωστόσο τοποθετήθηκαν αρκετά χαλαρά στο ζήτημα του ανταγωνισμού εντός των ΜΚΔ, δείχνοντας ότι αγνοούν τις πρακτικές των ανταγωνιστών τους προκειμένου να βελτιώσουν τις σχέσεις τους με το μαζικό κοινό των χρηστών τους. Σχεδόν ομόφωνα οι διευθυντές αποδέχτηκαν το αυταπόδεικτο – τουλάχιστον στο διαδίκτυο – ότι θεωρούν πιο σημαντικό τον ανταγωνισμό στην πραγματική αγορά, συμπληρώνοντας ότι δεν προσαρμόζουν στάσεις και συμπεριφορές από την κίνηση των άλλων ΜΜΕ στα ΜΚΔ.
Παρότι στην πλειοψηφία τους συμφώνησαν ότι η προβολή δυνατού ειδησεογραφικού περιεχομένου στα ΜΚΔ είναι ένα από τα κεντρικά ζητήματα για την αναθέρμανση της σχέσης των ελληνικών ΜΜΕ με το κοινό, η προώθηση της εικόνας τους, στην πλειοψηφία των περιπτώσεων έχει ανατεθεί στο εμπορικό τμήμα, το marketing και τη διαφήμιση κάθε εταιρίας.
Οι διευθυντές ηλεκτρονικών ιστοσελίδων και τηλεοπτικών σταθμών φαίνεται να ενδιαφέρονται περισσότερο για την κατάσταση που επικρατεί στα ΜΚΔ και στον τρόπο που φέρονται οι ανταγωνιστές τους. Στον αντίποδα πιο αδιάφοροι για την προώθηση της κίνησής τους στα ΜΚΔ εμφανίστηκαν οι διευθυντές των εφημερίδων και των ραδιοφωνικών σταθμών.
Συμπέρασμα
Η εικόνα που προκύπτει από τις τοποθετήσεις των δημοσιογράφων που μετείχαν στην έρευνα, είναι ότι η ελληνική δημοσιογραφία συνεχίζει και στον ψηφιακό κόσμο να λειτουργεί με την σχετικά κλειστή αντίληψη των παραδοσιακών μέσων. Η συσχέτιση με το κοινό παραμένει μονοσήμαντη. Βασικός στόχος είναι η μαζική παραγωγή περιεχομένου και η αναζήτηση καταναλωτών ειδήσεων. Τα ΜΚΔ χρησιμοποιούνται, σταθερά ως «ηχεία» προβολής του παραγόμενου προϊόντος των αιθουσών σύνταξης, σχεδόν χωρίς προσαρμογή. Η διαδραστική, απαντητική, λογοδοτούσα δημοσιογραφία με ανοιχτή αντίληψη στην διαχείριση των δημοσιογραφικών θεμάτων εμφανίζεται στη χώρα μας πολύ περιορισμένη, παρά το γεγονός ότι στις τοποθετήσεις τους οι 16 δημοσιογράφοι επισημαίνουν σχεδόν ομόφωνα, τη δύναμη που έχουν οι χρήστες μέσα από την έντονη παρουσία τους στα ΜΚΔ.
Οι ερευνητές αναλύοντας τη δημοσιογραφία στο διαδίκτυο διέκριναν 4 κατηγορίες: καθοδηγητική, λειτουργική, εποπτική και διαλογική. Στην Ελλάδα το δημοσιογραφικό περιεχόμενο αναπτύσσεται στις τρεις πρώτες εκφάνσεις και απουσιάζει η διαλογική διαδικασία, αυτή δηλαδή που φροντίζει να ενσωματώνει, να συμπεριλαμβάνει ή να επηρεάζεται από την ηχώ που παράγουν τα ΜΚΔ έστω και με άναρχο και ανισοβαρή τρόπο. Όπως διαπιστώνουν οι δημοσιογράφοι που μετέχουν στην έρευνα, συχνά θέματα που αναδεικνύονται από τα ΜΚΔ αξιοποιούνται δημοσιογραφικά, αλλά τις περισσότερες φορές όχι με διαλογική και εποπτική πρόθεση από πλευρά της δημοσιογραφίας, αλλά με ωφελιμιστική αξιοποίηση της δημοτικότητάς τους.
Η στάση όσων συμμετείχαν στην έρευνα θα μπορούσαμε να εκτιμήσουμε ότι χαρακτηρίζεται ως αμήχανη στάση αναμονής απέναντι στα ΜΚΔ και τον τρόπο που διαμορφώνουν την πρόσβαση των χρηστών στην ειδησεογραφία. Πολλοί εξ αυτών αναφέρθηκαν σε μια διαδικασία ωρίμανσης, θεωρώντας ότι οι πολίτες θα κατανοήσουν τον τρόπο λειτουργίας των ΜΚΔ και σταδιακά θα στραφούν πάλι στα ΜΜΕ για την ενημέρωσή τους. Ιδιαίτερα τα διευθυντικά στελέχη παραδοσιακών μέσων εμφανίζονται περισσότερο αφοσιωμένα στην δημοσιογραφική πρακτική που ακολουθήθηκε στην προ-ψηφιακή εποχή.
Από την άλλη πλευρά τα στελέχη που προέρχονται από μέσα που λειτούργησαν απευθείας στο διαδίκτυο φαίνεται να διαθέτουν μεγαλύτερη ανοχή και κατανόηση ακόμη και στις στρεβλώσεις που επέφεραν τα ΜΚΔ στη χρήση του δημοσιογραφικού περιεχομένου. Εμφανίζονται περισσότερο έτοιμοι να υιοθετήσουν πρακτικές που συμπεριλαμβάνουν την νέα κουλτούρα ενημέρωσης, όπως διαμορφώνεται στις πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης.
Η έρευνα πραγματοποιήθηκε μια δεκαετία μετά την πολύπλευρη οικονομική κρίση στην Ελλάδα, μια κρίση η οποία διαμόρφωσε νέες κοινωνικές συνθήκες και προκάλεσε την κατάρρευση συγκροτημάτων Τύπου και την μαζική ανεργία δημοσιογράφων. Η μάχη για την επιβίωση πολλών επιχειρήσεων και επαγγελματιών συμπίπτει με την κατακόρυφη άνοδο της απήχησης των ΜΚΔ.
Οι κλυδωνισμοί και η μάχη για επιβίωση σε ένα χαοτικά αναπτυσσόμενο διαδικτυακό τοπίο, δεν έδωσε σοβαρά περιθώρια για μια πιο συστηματική αντιμετώπιση του ζητήματος. Δέκα χρόνια μετά την επέλαση των ΜΚΔ, ακόμη δεν φαίνεται να έχει εμπεδωθεί μια κουλτούρα σεβασμού στα πνευματικά δικαιώματα. Τα τελευταία χρόνια στο ελληνικό διαδίκτυο προβάλλουν ειδησεογραφικές ιστοσελίδες χωρίς βασική υποδομή και προδιαγραφές, αντιγράφοντας χωρίς έλεγχο απασχολώντας υποαμειβόμενους εκπαιδευόμενους ή χρησιμοποιούν μεθόδους μαύρης εργασίας, όπως κατήγγειλαν πολλοί δημοσιογράφοι που μετείχαν στην έρευνα.
Βιβλιογραφικές αναφορές
Alvares Cl., Dahlgren P., (2016). Adults’ Media Use and Attitudes Report: Populism, extremism and media: Mapping an uncertain terrain, δημοσιεύτηκε 8/2/2016, https://journals.sagepub.com/doi/10.1177/0267323115614485 πρόσβαση 2/10/2019.
Arceneaux, N., Schmitz Weiss, A., 2010. Seems stupid until you try it: Press coverage of Twitter, New Media and Society, δημοσιεύτηκε 18/5/2010, https://doi.org/10.1177/1461444809360773.
Boczkowski P, Mitchelstein Eu., Matassi M, (2018). News comes across when I’m in a moment of leisure: Understanding the practices of incidental news consumption on social media, δημοσιεύτηκε 1/2/2018, https://journals.sagepub.com/doi/abs/10.1177/1461444817750396.
Bruno, N., 2011, (2011), Tweet first, verify later: How real-time information is changing the coverage of worldwide crisis events, Reuters Institute for the Study of Journalism, δημοσιεύτηκε 17/4/ 2011, http://reutersinstitute.politics.ox.ac.uk/fileadmin/documents/Publications/fellows—papers/2010-2011/TWEET_FIRST_VERIFY_LATER.pdf.
Canter L., (2013). The interactive spectrum: The use of social media in UK regional newspapers, δημοσιεύτηκε 26.7.2013, https://journals.sagepub.com/doi/10.1177/1354856513493698.
Choi S., Kim J., (2016). Online news flow: Temporal/spatial exploitation and credibility, δημοσιεύτηκε 21 Μαΐου 2016, https://journals.sagepub.com/doi/abs/10.1177/1464884916648096.
Clement M., (2017). How to stay ahead of the competition on social media, δημοσιεύτηκε 10/3/2017, https://medium.com/digital-vault/how-to-stay-ahead-of-the-competition-on-social-media-a7411a3ef638.
Deuze, M., (2011). Δημοσιογραφία και Διαδίκτυο. Στο Παπαθανασόπουλος Στ., (Επιμ.). Τα Μέσα Επικοινωνίας στον 21ο αιώνα, Αθήνα : Καστανιώτης.
Fenton F. (2010). Drowning or Waving? From Fenton Ν., (Ed.). New Media, Journalism and Democracy. News Media Old News Journalism& Democracy in the Digital Age, L.A., USA: Sage.
Gloviczki P. J., Journalism and memorialization in the age of social media, 2015, New York: Palgrave Macmillan.
Gil de Zúñiga H., Brian Weeks Β., Ardèvol‐Abreu Al.,(2017). Effects of the News‐Finds‐Me Perception in Communication: Social Media Use Implications for News Seeking and Learning About Politics, δημοσιεύτηκε 11/4/2017,
https://onlinelibrary.wiley.com/doi/full/10.1111/jcc4.12185.
Hellmueller, L. & Li Y., (2014). Contest over Content. A longitudinal study of the CNN iReport effect on the journalistic field, δημοσιεύτηκε 10/12/2014, https://www.tandfonline.com/doi/full/10.1080/17512786.2014.987553?casa_token=JqHXQfJVwk8AAAAA%3AXYGD2wZ5-_mPPciNOmN2L7gHYnx4qYOozXaXEcGjemi5S0YFhRqxmoXlZtsiq56GZO8PHihpNJZm5Q.
Hosanagar Κ., (2016). Blame the Echo Chamber on Facebook. But Blame Yourself, Too, δημοσιεύτηκε 25.11.2016,https://www.wired.com/2016/11/facebook-echo-chamber/.
Johnson Th., Barbara K. Kaye, (2014). Credibility of Social Network Sites for Political Information Among Politically Interested Internet Users, Journal of Computer-Mediated Communication, δημοσιεύτηκε 2014
https://onlinelibrary.wiley.com/doi/pdf/10.1111/jcc4.12084.
Kovach, B., Rosentiel, T. (2014). The elements of journalism, N.Y., USA: Three River Press.
Kramp L., Loosen W., (2017). The Transformation of Journalism: From Changing Newsroom Cultures to a New Communicative Orientation?, δημοσιεύτηκε 28.11.2017,
https://link.springer.com/chapter/10.1007/978-3-319-65584-0_9.
Lewis P., (2017). “Our minds can be hijacked”: the tech insiders who fear a smartphone dystopia, δημοσιεύτηκε 6.10.2017, https://www.theguardian.com/technology/2017/oct/05/smartphone-addiction-silicon-valley-dystopia.
Macek J., (2017). Trust in professional and alternative media in the context of societal polarization of the Czech society, δημοσιεύτηκε 1/4/2017, https://www.researchgate.net/publication/316583329_Trust_in_professional_and_alternative_media_in_the_context_of_societal_polarization_of_the_Czech_society.
Nortz, Ν., (2008). Το αλφαβητάρι των Μέσων, μτφ Λ. Αναγνώστου, Αθήνα: Σμίλη.
Παπαθανασόπουλος, Στ., (2013). Ελληνικά Μέσα ενημέρωσης: το παράδοξο σπιράλ αξιοπιστίας, από MediaAnalysis.gr, δημοσιεύτηκε 12.3.2019 https://medianalysis.net/2019/03/12/%ce%b5%ce%bb%ce%bb%ce%b7%ce%bd%ce%b9%ce%ba%ce%ac-%ce%bc%ce%ad%cf%83%ce%b1-%ce%b5%ce%bd%ce%b7%ce%bc%ce%ad%cf%81%cf%89%cf%83%ce%b7%cf%82-%cf%84%ce%bf-%cf%80%ce%b1%cf%81%ce%ac%ce%b4%ce%bf%ce%be%ce%bf/.
Pariser, E. (2011). The filter bubble: What the Internet is hiding from you. New York: Penguin Press.
Poulet, B, (2009). Το τέλος των εφημερίδων και το μέλλον της ενημέρωσης, μτφ. Αγγελόπουλος, Γ., Αθήνα: Πόλις.
Redden, J., – Witschge, T., (2010). A New News Order? Online News Content Examined’, from Fenton N. (Eds), News Media Old News Journalism& Democracy in the Digital Age, edited by Fenton, Ν., Sage, Los Angeles, USA.
Singer, J.B., Hermida, A., Domingo, D., et.al, (2011). Participatory Journalism: Guarding Open Gates at Online Newspapers, New York: Wiley-Blackwell.
Welbers Κ., Opgenghafen Μ., (2018). Presenting News on Social Media. Media logic in the communication style of newspapers on Facebook, δημοσιεύτηκε 5/10/2018, https://www.tandfonline.com/doi/full/10.1080/21670811.2018.1493939,
Έρευνες – Διαδικτυακές πηγές
Anderson M. and Jiang J., (2018), Teens, Social Media & Technology 2018, Pew Research Center: Internet and Technology, δημοσιεύτηκε 31/5/2018 https://www.pewresearch.org/internet/2018/05/31/teens-social-media-technology-2018/.
Μαλλάς, Δ., Αυξήθηκε η online διαφήμιση το 2016, CNN Greece, δημοσιεύθηκε 5/4/2017 https://www.cnn.gr/tech/story/75203/ayxithike-i-online-diafimisi-to-2016
Newman N., Reuters Institute Digital News Report 2019, δημοσιεύτηκε 3.12.2019, http://www.digitalnewsreport.org/survey/.
Υποσημειώσεις
[1]Η διπλωματική εργασία πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο του μεταπτυχιακού προγράμματος σπουδών «Δημοσιογραφία και Νέα Μέσα» του τμήματος Επικοινωνίας & Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών
[2] Interactive Advertising Bureau – Οργανισμός Διαδραστικής Επικοινωνίας
αφορά σε 133 μεγαλύτερους ιστοτόπους στην Ελλάδα. Στοιχεία από: https://www.cnn.gr/tech/story/75203/ayxithike-i-online-diafimisi-to-2016
[4] Πρόκειται για όρο που χρησιμοποιείται στη θεωρία της μαζικής επικοινωνίας προκειμένου να περιγράψει μεταφορικά την ενίσχυση πεποιθήσεων, πληροφοριών, ιδεών που επαναλαμβάνονται σε ένα κλειστό σύστημα.